Ολόκληρο το ΠΔ για τις μεταθέσεις και άδειες Αστυνομικών και Ειδικών Φρουρών
https://pasapolice.blogspot.com/2016/08/blog-post_3.html?m=0
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Τροποποίηση διατάξεων του Π.δ. 100/2003 «Τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και λοιπές μετακινήσεις αστυνομικού προσωπικού» (Α' 94)
Άρθρο 1
1.Οι περιπτώσεις α, β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 100/2003, όπως η περίπτωση γ' τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 Π.δ. 85/2011 (Α' 207), αντικαθίστανται ως εξής:
«α. Του τόπου γέννησης του ιδίου ή της συζύγου του ή του πλησιέστερου προς αυτόν τόπου της αυτής περιοχής μετάθεσης.
β. Του τόπου στον οποίο υπηρετεί ο ίδιος.
γ. Του τόπου στον οποίο έχει ιδιόκτητη κατοικία ο ίδιος, ο/η σύζυγός του ή οι γονείς του ιδίου».
2.Στο άρθρο 2 του Π.δ. 100/2003 προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Ως δυσίατα νοσήματα θεωρούνται οι νοσηρές καταστάσεις και τα νοσήματα, που απαιτούν μακροχρόνια νοσηλεία ή θεραπεία, προσβάλλουν ένα ή περισσότερα όργανα και χαρακτηρίζονται από εξάρσεις ή υφέσεις».
Άρθρο 2
1.Τα δύο τελευταία εδάφια της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 100/2003, όπως το πρώτο εδάφιο τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 85/2011 και το δεύτερο εδάφιο προστέθηκε με το άρθρο 1του Π.δ. 107/2012 (Α' 185) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 39 του Ν. 4249/2014 (Α'73), τροποποιούνται ως εξής:
«Ο χρόνος απόσπασης αστυνομικού στο εξωτερικό, ο χρόνος μετάθεσης για φοίτηση στη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας και στο Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.), ο χρόνος υπηρεσίας αστυνομικού στις Υπηρεσίες των εδαφίων γ' και δ' του άρθρου 4 του παρόντος, εφόσον αυτός μετακινήθηκε στις τελευταίες από Υπηρεσία εκτός της περιοχής μετάθεσης που ευρίσκεται η έδρα των Υπηρεσιών αυτών, καθώς και ο χρόνος απόσπασης μετακίνησης αστυνομικού με αίτησή του στον τόπο συμφερόντων του, εξαιρουμένων των αποσπάσεων της παρ. 8 του άρθρου 19 του παρόντος, λογίζεται για το διάστημα αυτό, ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται για το αστυνομικό προσωπικό που αποσπάται ή μετακινείται σε Υπηρεσίες των Διευθύνσεων Αστυνομίας
Αλεξανδρούπολης, Ορεστιάδας, Λέσβου, Σάμου, Χίου, Α' Δωδεκανήσου και Β' Δωδεκανήσου. Επίσης, δεν εφαρμόζεται για το αστυνομικό προσωπικό που αποσπάται ή μετακινείται για τη διαχείριση μεταναστευτικών ροών καθώς και για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων, έκτακτων και απρόβλεπτων φυσικών καταστροφών ευρείας κλίμακας, όταν η ενίσχυση διενεργείται κατόπιν πρωτοβουλίας της Υπηρεσίας».
2.Στην υποπερίπτωση 4 της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 100/2003, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του Π.δ. 85/2011, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η υποβολή αίτησης για τον ως άνω σκοπό επιτρέπεται και στην περίπτωση που δεν έχουν προκηρυχθεί προς κάλυψη κενές θέσεις του βαθμού τους για τη συγκεκριμένη περιοχή μετάθεσης ανεξαρτήτως αν συντρέχουν οι αναφερόμενες στην παράγραφο 4 του άρθρου 12 του παρόντος διατάγματος προϋποθέσεις».
3.Η παράγραφος 3 του άρθρου 3 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 2 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Στη σειρά προτεραιότητας για τις μεταθέσεις με αντικειμενικά κριτήρια (μόρια), προηγούνται οι αστυνομικοί που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση τον τόπο συμφερόντων τους».
4.Η παράγραφος 4 του άρθρου 3 του Π.δ. 100/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Τα μόρια που λαμβάνει ο αστυνομικός λόγω αποστάσεως από τον τόπο συμφερόντων του ή τον τόπο κατοικίας λόγω εργασίας ή ασκήσεως επαγγέλματος της συζύγου του, διαγράφονται μετά την κοινοποίηση της διαταγής μετάθεσής του στην περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων του, καθώς και μετά την τυχόν ακύρωση της μετάθεσής του, κατόπιν ευδοκίμησης της προσφυγής του άρθρου 18 παράγραφος 1 του παρόντος διατάγματος. Μετά την ακύρωση της μετάθεσης, τα ανωτέρω τυχόν δικαιούμενα μόρια, προσμετρούνται από την 1η Σεπτεμβρίου του έτους ακύρωσης της μετάθεσης».
Άρθρο 3
Η παράγραφος 3 του άρθρου 5 του Π.δ. 100/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η υποβολή δήλωσης αλλαγής τόπου συμφερόντων μεταβάλει τον αριθμό μορίων που συγκεντρώθηκαν με βάση τον προηγούμενο τόπο συμφερόντων. Τα μόρια που αναλογούν σε κάθε ενδιαφερόμενο υπολογίζονται σύμφωνα με το νέο τόπο συμφερόντων, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του παρόντος διατάγματος».
Άρθρο 4
1.Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Π.δ. 138/2006 (Α'155), το άρθρο 5 του Π.δ. 85/2011, την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του Π.δ. 132/2011 (Α' 261), την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 107/2012 και το άρθρο 1 του Π.δ. 172/2013 (Α' 274), αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας προκηρύσσονται οι θέσεις που θα πληρωθούν από τους νεοεξερχόμενους Αστυφύλακες οι οποίες είναι αυτές που δεν καλύφθηκαν από τις εκκρεμείς αιτήσεις από τον πίνακα των τακτικών μεταθέσεων, συμπεριλαμβανομένων και όσων δημιουργούνται κατόπιν ευδοκίμησης των προσφυγών του άρθρου 18 παράγραφος 1 του παρόντος διατάγματος, λαμβάνοντας υπόψη και τον αριθμό των κενών οργανικών θέσεων που δημιουργήθηκαν από τους μετατιθέμενους από αυτές τις Διευθύνσεις, εξαιρουμένης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, της οποίας οι θέσεις μπορούν να υπερβαίνουν τον αριθμό των κενών θέσεων που προκύπτουν από τις τακτικές μεταθέσεις.
Η απόφαση αυτή κοινοποιείται ένα (1) μήνα τουλάχιστον προ της εξόδου, στη Σχολή Αστυφυλάκων και στις Υπηρεσίες που θα τοποθετηθούν. Οι Υπηρεσίες αυτές οφείλουν μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση να αναφέρουν στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας τις συγκεκριμένες Υπηρεσίες δικαιοδοσίας τους που θα τοποθετήσουν τους νέους Αστυφύλακες, που κατανέμονται με απόφαση του Αρχηγού ανάλογα με τη σειρά εξόδου και προτίμησής τους, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
Όσοι έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν τοποθέτηση, τον τόπο συμφερόντων τους καθώς και όσοι πληρούν τις προϋποθέσεις συνυπηρέτησης με συζύγους δικαστικούς λειτουργούς, συνοριακούς φύλακες, ειδικούς φρουρούς, στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς και πυροσβεστικούς υπαλλήλους, τοποθετούνται στις προκηρυχθείσες θέσεις κατά προτεραιότητα και εφόσον έχουν υποβληθεί στην Υπηρεσία τα απαραίτητα πιστοποιητικά, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου».
2.Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του Π.δ. 138/2006 και με το άρθρο 5 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι νεοεξερχόμενοι Αστυφύλακες τοποθετούνται υποχρεωτικά και δεν μετακινούνται για οποιοδήποτε λόγο για δύο (2) τουλάχιστον έτη, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του παρόντος, σε Αστυνομικά Τμήματα και Αστυνομικούς Σταθμούς. Οι νεοεξερχόμενοι Αστυφύλακες δύνανται να τοποθετούνται στις προαναφερόμενες Υπηρεσίες του τόπου συμφερόντων τους, με την προϋπόθεση ότι οι προκηρυχθείσες θέσεις των τακτικών μεταθέσεων δεν καλύφθηκαν. Η προϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται για τις τοποθετήσεις στην περιοχή της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής».
3.Η παράγραφος 6 του άρθρου 7 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 1 του Π.δ. 138/2006 και με το άρθρο 5 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Τα Συμβούλια Μεταθέσεων των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης τοποθετούν αυτούς που κατανέμονται σ' αυτές, σε κενές θέσεις των υφιστάμενων Διευθύνσεών τους, με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος».
4.Στην παράγραφο 7 του άρθρου 7 του Π.δ. 100/2003 η φράση «παράγραφο 2» αντικαθίσταται με τη φράση «παράγραφο 1».
Άρθρο 5
1.Η παράγραφος 1 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του Π.δ. 85/2011, την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Π.δ. 132/2011 και την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του Π.δ. 107/2012, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας καθορίζεται ο αριθμός των κενών οργανικών θέσεων που ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες θα πληρωθούν από τους νεοεξερχόμενους Υπαστυνόμους Β, κατά Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής και Θεσσαλονίκης, καθώς και κατά Αστυνομικό Τμήμα των Διευθύνσεων Αστυνομίας των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Βορείου και Νοτίου Αιγαίου.
Για τον υπολογισμό των ως άνω κενών θέσεων δεν λαμβάνονται υπόψη οι θέσεις που θα πληρωθούν, αφενός από τους κατώτερους αξιωματικούς κατά τις τακτικές μεταθέσεις και αφετέρου από νέους Υπαστυνόμους που εμπίπτουν στην εξαίρεση της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Η απόφαση αυτή κοινοποιείται στους ενδιαφερόμενους, μέσω της Σχολής Αξιωματικών».
2.Η παράγραφος 2 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Π.δ. 138/2006 και την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι νεοεξερχόμενοι από τη Σχολή Αξιωματικών Υπαστυνόμοι Β' τοποθετούνται υποχρεωτικά και δεν μετακινούνται για οποιοδήποτε λόγο για δύο (2) τουλάχιστον έτη, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του παρόντος, σε Αστυνομικά Τμήματα.
Οι νεοεξερχόμενοι Υπαστυνόμοι Β' δύνανται να τοποθετούνται στις προαναφερόμενες Υπηρεσίες του τόπου συμφερόντων τους, με την προϋπόθεση ότι για την περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων τους, κατά τις τακτικές μεταθέσεις του έτους αποφοίτησής τους, προκηρύχθηκαν κενές θέσεις προς κάλυψη και οι θέσεις αυτές δεν καλύφθηκαν. Η προϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται για τις τοποθετήσεις στις περιοχές μετάθεσης των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης. Εξαιρείται ποσοστό 5% των νεοεξερχομένων, που προηγείται στη σειρά εξόδου, οι οποίοι μπορεί να τοποθετούνται στις ανωτέρω Υπηρεσίες των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης καθώς και των Διευθύνσεων Αστυνομίας των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Βορείου και Νοτίου Αιγαίου, της προτίμησής τους, προηγούμενοι των λοιπών ομοταξίων συναδέλφων τους, τηρουμένης της προϋπόθεσης των δύο προηγούμενων εδαφίων».
3.Στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003 η φράση «παραγράφου 1» αντικαθίσταται με τη φράση «παραγράφου 2».
4.Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 6 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«Όσοι έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν τοποθέτηση, τον τόπο συμφερόντων τους καθώς και όσοι πληρούν τις προϋποθέσεις συνυπηρέτησης με συζύγους δικαστικούς λειτουργούς, συνοριακούς φύλακες, στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς και πυροσβεστικούς υπαλλήλους, τοποθετούνται στις προκηρυχθείσες θέσεις με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, κατά προτεραιότητα με βάση την ως άνω αναγραφόμενη σειρά και εφόσον έχουν υποβληθεί στην Υπηρεσία τα απαραίτητα πιστοποιητικά».
5.Η παράγραφος 5 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 Π.δ. 138/2006 και την παράγραφο 3 του άρθρου 6 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Τα Συμβούλια Μεταθέσεων των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης τοποθετούν τους Υπαστυνόμους Β' που κατανέμονται σ' αυτές σε κενές θέσεις των υφιστάμενων Διευθύνσεών τους, με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο. Στη συνέχεια, τα Συμβούλια Μεταθέσεων των Διευθύνσεων των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης τοποθετούν αυτούς σε κενές θέσεις των Υπηρεσιών τους, με τα ίδια ως άνω κριτήρια».
Άρθρο 6
Στο τέλος του άρθρου 10 του Π.δ. 100/2003 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Όσοι από τους μετατασσόμενους σε υπηρεσία γραφείου τοποθετήθηκαν σε άλλη περιοχή μετάθεσης κατ' εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου και στη συνέχεια επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, τοποθετούνται υποχρεωτικά σε υπηρεσία της ίδιας περιοχής μετάθεσης στην οποία υπηρετούσαν κατά το χρόνο μετάταξής τους σε υπηρεσία γραφείου».
Άρθρο 7
Η παράγραφος 8 του άρθρου 12 του Π.δ. 100/2003, όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 7 του Π.δ. 85/2011 (Α'207), αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Οι αστυνομικοί δύνανται, με εξαίρεση τους νεοπροαχθέντες Αρχιφύλακες (άρθρο 15), να υποβάλουν αιτήσεις μετάθεσης, ακόμα και όταν δεν έχουν προκηρυχθεί κενές, προς κάλυψη, θέσεις του βαθμού τους με αντικειμενικά κριτήρια (μόρια), για την περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων τους, ανεξάρτητα εάν έχουν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, εφόσον υπάγονται σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
α. πολύτεκνοι,
β. έχοντες μέλος της ιδίας οικογένειας με αναπηρία 67% τουλάχιστον ή με αναπηρία Α.ΜΕ.Α.
γ. έχοντες τρία (3) τέκνα.
Επί των αιτήσεων αυτών αποφαίνεται το αρμόδιο όργανο, βάσει κοινωνικών και υπηρεσιακών κριτηρίων. Οι αιτούντες αστυνομικοί δύνανται να μετατεθούν κάνοντας χρήση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου μόνο μία φορά».
Άρθρο 8
Η περίπτωση ε' της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του Π.δ. 100/2003, όπως αντικαταστάθηκε με άρθρο 8 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. Το Β' δεκαήμερο του μηνός Σεπτεμβρίου κάθε έτους το αρμόδιο Συμβούλιο Μεταθέσεων, εκτιμώντας τις υπηρεσιακές ανάγκες, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί από τις τελευταίες τακτικές μεταθέσεις καταρτίζει αριθμητικούς πίνακες κατά Διεύθυνση Αστυνομίας ή άλλη εξομοιούμενη με αυτή Υπηρεσία κενών οργανικών θέσεων σε Ανθυπαστυνόμους Αρχιφύλακες Αστυφύλακες που πρέπει να πληρωθούν κατά το Γ' δεκαήμερο του μηνός Οκτωβρίου, λαμβάνοντας υπόψη και τις αιτήσεις ακυρώσεως που προέκυψαν από τις τακτικές μεταθέσεις. Οι θέσεις θα καλύπτονται από Ανθυπαστυνόμους Αρχιφύλακες Αστυφύλακες που ζητούσαν μετάθεση για τις Υπηρεσίες αυτές και μνημονεύονται στους πίνακες των τακτικών μεταθέσεων.
Σε περίπτωση που οι ως άνω θέσεις Αστυφυλάκων δεν καλύπτονται από τις εκκρεμείς αιτήσεις του πίνακα τακτικών μεταθέσεων, καλύπτονται με τοποθετήσεις νεοεξερχόμενων Αστυφυλάκων».
Άρθρο 9
1.Η παράγραφος 1 του άρθρου 15 του Π.δ. 100/2003, όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του Π.δ.107/2012, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι προαγόμενοι σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.δ. 82/2006 (Α' 86) στο βαθμό του Αρχιφύλακα γενικών καθηκόντων μετατίθενται υποχρεωτικά και δε μετακινούνται για οποιοδήποτε λόγο για ένα (1) τουλάχιστον έτος σε Αστυνομικά Τμήματα και Αστυνομικούς Σταθμούς, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3. Οι προαναφερόμενοι παραμένουν στις Υπηρεσίες τους μέχρι την περίοδο των τακτικών μεταθέσεων, οπότε μετατίθενται με τη διαδικασία των επομένων παραγράφων».
2.Η παράγραφος 2 του άρθρου 15 του Π.δ. 100/2003 όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 Π.δ. 138/2006, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Το πρώτο 10ήμερο του μηνός Ιουλίου με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας καθορίζονται οι κενές οργανικές θέσεις, κατά Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής και Θεσσαλονίκης και Διεύθυνση Αστυνομίας Νομού, που πρέπει να καλυφθούν από τους νεοπροαχθέντες Αρχιφύλακες. Οι ανωτέρω θέσεις υποχρεωτικά προκηρύσσονται στις Διευθύνσεις Αστυνομίας όπου σε οργανικές θέσεις Ανθυπαστυνόμων Αρχιφυλάκων, δεν υπάρχουν επιλαχόντες με τόπο συμφερόντων από τους πίνακες των τακτικών μεταθέσεων του ιδίου έτους, με εξαίρεση τη Γ.Α.Δ. Αττικής. Κατά το δεύτερο 10ήμερο Ιουλίου οι Αρχιφύλακες αυτοί καλούνται να υποβάλουν υποχρεωτικά δήλωση προτίμησης όλων των ανωτέρω Υπηρεσιών, μετατίθενται δε σ' αυτές με βάση τη σειρά προτεραιότητας του άρθρου 3 του παρόντος και τη σειρά προτίμησης. Δεν επιτρέπεται να καθορισθούν θέσεις προς πλήρωση σε Υπηρεσίες για τις οποίες δεν είχαν καθορισθεί θέσεις προς κάλυψη κατά τις τακτικές μεταθέσεις του ιδίου έτους. Οι μεταθέσεις κοινοποιούνται με διαταγή του Προϊσταμένου Κλάδου Διοικητικής Υποστήριξης και Ανθρώπινου Δυναμικού μέχρι τέλους Ιουλίου. Οι μετατιθέμενοι στις Γ.Α.Δ. Αττικής ή Θεσσαλονίκης κατανέμονται από το οικείο Συμβούλιο Μεταθέσεων στις Διευθύνσεις δικαιοδοσίας τους. Η περαιτέρω τοποθέτηση στις επιμέρους Υπηρεσίες των Διευθύνσεων γίνεται από το οικείο Συμβούλιο Μεταθέσεων με υπηρεσιακά και κοινωνικά κριτήρια και η χορήγηση του Φύλλου Πορείας πραγματοποιείται μέχρι την 31η Αυγούστου. Για την παρούσα μετάθεση λαμβάνονται υπόψη τα μόρια που συγκεντρώνονται με βάση τα κριτήρια των εδαφίων β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος διατάγματος, καθώς και τα μόρια με βάση τη σειρά επιτυχίας κατά τις προαγωγικές εξετάσεις, ως εξής:
(1) Από 1 - 10% των επιτυχόντων 10 μόρια.
(2) Από 11 - 20% « 9 μόρια.
(3) Από 21 - 30% « 8 μόρια.
(4) Από 31 - 40% « 7 μόρια.
(5) Από 41 - 50% « 6 μόρια.
(6) Από 51 - 60% « 5 μόρια.
(7) Από 61 - 70% « 4 μόρια.
(8) Από 71 - 80% « 3 μόρια.
(9) Από 81 - 90% « 2 μόρια.
(10) Από 91 -100% « 1 μόριο».
3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 15 του Π.δ. 100/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι νεοπροαγόμενοι Αρχιφύλακες που ασκούν καθήκοντα πυροτεχνουργών, συνοδών σκύλων και εκγυμναστών αυτών και προγραμματιστών αναλυτών χειριστών μηχανών εισαγωγής στοιχείων και χειριστών του κεντρικού συστήματος Η/Υ της Δ/νσης Πληροφορικής του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, επικεφαλείς χειριστών περιφερειακών συστημάτων (TOP USERS), οι υπηρετούντες στη Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, εφόσον είναι κάτοχοι πτυχίων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με αντικείμενο συναφές προς εκείνο της Υπηρεσίας αυτής, στην Ειδική Κατασταλτική Αντιτρομοκρατική Μονάδα (Ε.Κ.Α.Μ.), στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων, καθώς και όσοι υπηρετούν στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών και ασκούν εξειδικευμένα καθήκοντα ή εργαστηριακές εξετάσεις ή έχουν υποστεί ειδικές εκπαιδεύσεις και είναι κάτοχοι πτυχίων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με αντικείμενο συναφές προς εκείνο της Υπηρεσίας αυτής, παραμένουν στις Υπηρεσίες τους, εφόσον υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις και σχετική πρόταση των Υπηρεσιών τους. Επίσης παραμένουν στην ίδια περιοχή μετάθεσης, ανεξαρτήτως ύπαρξης κενών οργανικών θέσεων, οι πολύτεκνοι, οι έχοντες μέλος της ιδίας οικογένειας με αναπηρία 67% τουλάχιστον ή με αναπηρία Α.Μ.Ε.Α., οι έχοντες τρία τέκνα, καθώς και όσοι εμπίπτουν στις περιπτώσεις του εδαφίου ιδ' παρ. 1 άρθρου 17 του παρόντος διατάγματος, καθώς και εκείνοι που μετατέθηκαν με αντικειμενικά κριτήρια στον τόπο συμφερόντων τους και όσοι τοποθετήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του παρόντος διατάγματος».
Άρθρο 10
1.Η περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 9 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Σε περίπτωση θανάτου συζύγου ή τέκνου ή πάθησης από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην υπ'αριθμ. Υ1/Γ.Π./οικ.16884 από 12102001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β'1386), όπως ισχύει, του αστυνομικού ή μέλους της ίδιας οικογένειάς του, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου στην Υπηρεσία του και έκδοση σχετικής γνωμάτευσης από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) της Ελληνικής Αστυνομίας.
Με την αίτηση συνυποβάλλονται: α) αντίγραφο του ατομικού δελτίου ασθενειών, εφόσον η πάθηση αφορά τον ίδιο, β) πλήρες ιστορικό της νόσου από τον θεράποντα ιατρό, γ) αντίγραφο των σχετικών προς την επικαλούμενη πάθηση εντολών υγειονομικής περίθαλψης και συνταγογραφούμενων φαρμάκων, από τα ατομικά βιβλιάρια νοσηλείας και συνταγολογίου, δ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου, ειδικού επί της παθήσεως και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την πάθηση, όπως εξιτήριο Νοσοκομείου ή Κλινικής, γνωματεύσεις Υγειονομικών Επιτροπών ή άλλων ειδικών επί της παθήσεως ιατρών, αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων κ.λπ., προς διευκόλυνση του ιδίου και των αρμοδίων Υπηρεσιών και ε) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου του τόπου για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος, στην οποία να αναφέρεται ότι ο έχων την περιγραφόμενη πάθηση θα δύναται να παρακολουθείται για το πρόβλημά του στον τόπο αυτό ή προσκόμιση αντίστοιχης γνωμάτευσης ιατρού, ειδικού επί της παθήσεως, του τόπου για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος.
Η Υπηρεσία του ενδιαφερομένου υποβάλλει την αίτηση και τα συνημμένα δικαιολογητικά στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και αυτή στη συνέχεια παραπέμπει τον πάσχοντα αστυνομικό ή το πάσχον μέλος της ιδίας οικογένειάς του ενώπιον της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής, διαβιβάζοντας σ' αυτή όλη τη σχετική αλληλογραφία. Η αυτοπρόσωπη παρουσίαση στην Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του πάσχοντος μέλους της ιδίας οικογένειας του αστυνομικού δεν απαιτείται σε περίπτωση που συντρέχουν σοβαροί λόγοι αδυναμίας μετακίνησής του, που προκύπτουν από γνωμάτευση του εκτελούντος χρέη υπηρεσιακού ιατρού στον τόπο διαμονής του ενδιαφερομένου.
Η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή στη συνέχεια εξετάζει τους παραπεμπόμενους και γνωματεύει σχετικά. Σε περίπτωση που η γνωμάτευσή της αφορά αστυνομικό που πάσχει από δυσίατο νόσημα προχωρεί σε κρίση της σωματικής του ικανότητας, από υγειονομικής πλευράς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Στην ίδια γνωμάτευσή της η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή θα αποφαίνεται: α) αν πληρούνται οι προϋποθέσεις επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης του έχοντος το δυσίατο νόσημα αιτούντος αστυνομικού ή μέλους της ιδίας οικογένειάς του στον τόπο για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος και β) αν η κατάστασή του επιτρέπει την ασφαλή μετακίνησή του».
2.Η περίπτωση ια' της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 9 του Π.δ. 85/2011, τροποποιείται ως εξής:
«ια. Ύστερα από αίτηση αμοιβαίας μετάθεσης, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενοι υπηρετούν σε Υπηρεσίες της αυτής περιοχής μετάθεσης. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η υποβολή αίτησης αμοιβαίας μετάθεσης για άλλη περιοχή μετάθεσης, για τους αστυνομικούς μέχρι το βαθμό του Αστυνόμου Β'. Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να υποβάλει αίτημα αμοιβαίας μετάθεσης με τον πρώτο επιλαχόντα των πινάκων των τακτικών μεταθέσεων του τρέχοντος έτους της αντίστοιχης περιοχής στην οποία επιθυμεί να μετατεθεί. Σε περίπτωση μη επιθυμίας του πρώτου επιλαχόντα, με μέριμνα του ενδιαφερομένου θα κινείται η ίδια διαδικασία με τον δεύτερο επιλαχόντα και ούτω καθεξής.
Η μη δήλωση επιθυμίας των επιλαχόντων, θα προκύπτει από υπεύθυνη δήλωσή τους, την οποία θα προσκομίζει μαζί με το αίτημα αμοιβαίας μετάθεσης ο ενδιαφερόμενος. Δε γίνεται δεκτή η αίτηση για αμοιβαία μετάθεση των νεοεξερχομένων των Σχολών και νεοπροαχθέντων αρχιφυλάκων, πριν την παρέλευση τριετίας από την τοποθέτηση ή μετάθεσή τους αντίστοιχα. Οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 12 του παρόντος έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή. Οι αμοιβαίες μεταθέσεις ενεργούνται μεταξύ κατεχόντων ίδια οργανική θέση».
3.Η περίπτωση ιδ' της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Π.δ. 100/2003, αντικαθίσταται ως εξής:
«ιδ. Για λόγους συνυπηρέτησης με σύζυγο δικαστικό λειτουργό, συνοριακό φύλακα ή ειδικό φρουρό ή στρατιωτικό ή αστυνομικό ή λιμενικό ή πυροσβεστικό υπάλληλο. Στις τέσσερις τελευταίες περιπτώσεις, ο κατά βαθμό κατώτερος ακολουθεί τον ανώτερο. Στην περίπτωση συνυπηρέτησης με σύζυγο αστυνομικό και εφόσον οι υπηρεσιακές ανάγκες το επιτρέπουν, μέχρι το βαθμό του Ανθυπαστυνόμου δύναται να μην ισχύει ο προαναφερόμενος περιορισμός. Επιπλέον, για συνυπηρέτηση αστυνομικού με σύζυγο Ειδικό Φρουρό επιτρέπεται μετάθεση μέχρι και το βαθμό του Ανθυπαστυνόμου.
Εάν παύσουν να υφίστανται οι λόγοι για τους οποίους πραγματοποιήθηκε η μετάθεση, πριν την παρέλευση πενταετίας από την εκτέλεση αυτής και εφόσον δεν έχει αποκτηθεί από το γάμο αυτό τέκνο, ο αστυνομικός μετατίθεται υποχρεωτικά σε Υπηρεσία της περιοχής μετάθεσης από την οποία είχε μετατεθεί για λόγους συνυπηρέτησης. Η ενημέρωση της Υπηρεσίας για έλλειψη των λόγων συνιστά υποχρέωση του ιδίου του αστυνομικού ο οποίος οφείλει να υποβάλει άμεσα σχετική αναφορά. Η παράλειψη της υποχρέωσης αυτής συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα».
4.Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 9 του Π.δ. 85/2011, προστίθεται περίπτωση κγ' ως εξής:
«κγ. Σε περίπτωση θανάτου γονέα ή αδελφού, ο οποίος υπηρετούσε στην Ελληνική Αστυνομία και τραυματίστηκε θανάσιμα κατά την εκτέλεση του καθήκοντος».
Άρθρο 11
1.Η περίπτωση θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Π.δ. 100/2003, αντικαθίσταται ως εξής:
«θ. Για τη διευκόλυνση των καθηκόντων του Προέδρου και του Γραμματέα των Δευτεροβαθμίων Συνδικαλιστικών Οργανώσεων καθώς και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου τα οποία κατέχουν θέση στο Προεδρείο ή στην Εκτελεστική Γραμματεία των ως άνω οργανώσεων, ύστερα από αίτησή τους, εφόσον υπηρετούν σε Υπηρεσία που εδρεύει εκτός της περιοχής μετάθεσης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής. Στην περίπτωση αυτή, οι μεν Πρόεδροι και Γραμματείς αποσπώνται στη Διεύθυνση Εσωτερικών Λειτουργιών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, οι δε λοιποί αποσπώνται σε Υπηρεσίες που εδρεύουν στην περιοχή μετάθεσης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, κατόπιν αιτιολογημένης πρότασης των ως άνω οργανώσεων και για το χρονικό διάστημα που χρειάζεται για την άσκηση των καθηκόντων τους κατά τη διάρκεια της θητείας τους».
2.Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 11 του Π.δ. 85/2011 και την παράγραφο 3 του άρθρου 1 του Π.δ. 132/2011, προστίθενται περιπτώσεις ιε; ιστ' και ιζ' ως εξής:
«ιε. Σε περίπτωση διορισμού ως δικαστικού συμπαραστάτη από το αρμόδιο δικαστήριο σε γονείς ή αδέλφια που πάσχουν από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην υπ'αριθμ. Υ1/Γ.Π./οικ.16884 από 12102001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β'1386), όπως ισχύει, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου στην Υπηρεσία του και έκδοση σχετικής γνωμάτευσης από την Ανωτάτη Υγειονομική Επιτροπή της Ελληνικής Αστυνομίας. Με την αίτηση συνυποβάλλονται α) πλήρες ιστορικό της νόσου από τον θεράποντα ιατρό, β) αντίγραφο των σχετικών προς την επικαλούμενη πάθηση εντολών υγειονομικής περίθαλψης και συνταγογραφούμενων φαρμάκων, από τα ατομικά βιβλιάρια νοσηλείας και συνταγολογίου, γ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου, ειδικού επί της παθήσεως και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την πάθηση, όπως εξιτήριο Νοσοκομείου ή Κλινικής, γνωματεύσεις Υγειονομικών Επιτροπών ή άλλων ειδικών επί της παθήσεως ιατρών, αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων κ.λπ., προς διευκόλυνση του ιδίου και των αρμοδίων Υπηρεσιών και δ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου του τόπου για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος, στην οποία να αναφέρεται ότι ο έχων την περιγραφόμενη πάθηση θα δύναται να παρακολουθείται για το πρόβλημά του στον τόπο αυτό ή προσκόμιση αντίστοιχης γνωμάτευσης ιατρού, ειδικού επί της παθήσεως, του τόπου για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος.
Η Υπηρεσία του ενδιαφερομένου υποβάλλει την αίτηση και τα συνημμένα δικαιολογητικά στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και αυτή στη συνέχεια παραπέμπει το πάσχον μέλος της οικογένείας του ενώπιον της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής, διαβιβάζοντας σ' αυτή όλη τη σχετική αλληλογραφία. Η αυτοπρόσωπη παρουσίαση στην Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του πάσχοντος μέλους της οικογένειάς του αστυνομικού δεν απαιτείται σε περίπτωση που συντρέχουν σοβαροί λόγοι αδυναμίας μετακίνησής του, που προκύπτουν από γνωμάτευση του εκτελούντος χρέη υπηρεσιακού ιατρού στον τόπο διαμονής του ενδιαφερομένου.
Η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή στη συνέχεια εξετάζει τους παραπεμπόμενους και γνωματεύει σχετικά. Στην ίδια γνωμάτευση, η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή αποφαίνεται αν πληρούνται οι προϋποθέσεις επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης του έχοντος το δυσίατο νόσημα μέλους της οικογένειας του αστυνομικού στον τόπο για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος. Η διάρκεια της απόσπασης είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κατ' έτος εφόσον ο αστυνομικός αποδεικνύει ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις οποίες αρχικά χορηγήθηκε. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του και δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης.
ιστ. Σε περίπτωση διάζευξης αστυνομικού και στον οποίο έχει ανατεθεί η επιμέλεια του ανήλικου τέκνου του. Η διάρκεια της απόσπασης είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κατ' έτος εφόσον ο αστυνομικός αποδεικνύει ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις οποίες αρχικά χορηγήθηκε, υποβάλοντας πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο. Η ενημέρωση της Υπηρεσίας για τυχόν μεταβολή της οικογενειακής κατάστασης συνιστά υποχρέωση του ίδιου του αστυνομικού ο οποίος οφείλει να υποβάλει άμεσα σχετική αναφορά. Η παράλειψη της υποχρέωσης αυτής συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του και δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης.
ιζ. Για τους νεοεξερχόμενους Αστυφύλακες και Υπαστυνόμους Β' από τη Σχολή Αξιωματικών, καθώς και για τους νεοπροαχθέντες Αρχιφύλακες, σε Αστυνομικά Τμήματα των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, Ορεστιάδας, Λέσβου, Σάμου, Χίου, Α' Δωδεκανήσου και Β' Δωδεκανήσου, μετά την παρέλευση ενός (1) έτους από την τοποθέτηση ή μετάθεσή τους αντίστοιχα. Επίσης, οι νεοεξερχόμενοι Υπαστυνόμοι Β' από τη Σχολή Αξιωματικών δύνανται να αποσπούνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 19 παρ. 2 περίπτ. βί σε Αστυνομικά Τμήματα ή Αστυνομικούς Σταθμούς της αυτής περιοχής μετάθεσης, μετά την παρέλευση ενός (1) έτους από την τοποθέτησή τους, εφόσον δεν είναι δυνατή η απόσπαση έτερου Αξιωματικού για την αναπλήρωση κωλυομένου Υπαστυνόμου που διοικεί αυτοτελή Υπηρεσία».
Άρθρο 12
Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του Π.δ. 100/2003, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Δύναται να ανανεωθεί για ακόμη δύο (2) μήνες, χωρίς τη συναίνεση του μετακινούμενου. Δεν επιτρέπεται νέα προσωρινή μετακίνηση εφόσον έχει συμπληρωθεί το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο και δεν έχει παρέλθει έτος από τη λήξη της προηγούμενης προσωρινής μετακίνησης. Δυνατότητα περαιτέρω ανανέωσής της χωρίς τις προαναφερόμενες χρονικές προϋποθέσεις, θα υφίσταται μόνο με τη συναίνεση του μετακινούμενου».
Άρθρο 13
Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του Π.δ. 100/2003, όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής: «α. Από την προκήρυξη των εκλογών (Ευρωεκλογές Βουλευτικές Νομαρχιακές Δημοτικές) ή δημοψηφίσματος και μέχρι την πέμπτη ημέρα από την ημερομηνία διεξαγωγής της ψηφοφορίας».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Τροποποίηση διατάξεων του Π.δ. 211/2005 «Τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετακινήσεις συνοριακών φυλάκων και ειδικών φρουρών» (Α' 254)
Άρθρο 14
1.Οι περιπτώσεις α, β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίστανται ως εξής:
«α. Του τόπου γέννησης του ιδίου ή του συζύγου του ή του πλησιέστερου προς αυτόν τόπου της αυτής περιοχής μετάθεσης,
β. Του τόπου στον οποίο υπηρετεί ο ίδιος και
γ. Του τόπου στον οποίο έχει ιδιόκτητη κατοικία ο ίδιος, ο/η σύζυγός του ή οι γονείς του ιδίου».
2.Στο άρθρο 2 του Π.δ. 211/2005 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Ως δυσίατα νοσήματα θεωρούνται οι νοσηρές καταστάσεις και τα νοσήματα, που απαιτούν μακροχρόνια νοσηλεία ή θεραπεία, προσβάλλουν ένα ή περισσότερα όργανα και χαρακτηρίζονται από εξάρσεις ή υφέσεις».
Άρθρο 15
1.Η υποπερίπτωση (4) της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«(4) Οι έγγαμοι ειδικοί φρουροί για κάθε πλήρες έτος μετάθεσης μακράν του τόπου κατοικίας του/της συζύγου του/της λόγω εργασίας ή ασκήσεως επαγγέλματος, που πιστοποιείται με βεβαίωση του αρμοδίου ασφαλιστικού φορέα και βεβαίωση διαμονής του οικείου Δήμου, εφόσον ο τόπος αυτός ανήκει σε άλλη περιοχή μετάθεσης και απέχει τουλάχιστον τριάντα (30) χιλιόμετρα από την έδρα της Υπηρεσίας τους και υποβάλλουν κατ' έτος αίτηση μετάθεσης για τον τόπο αυτό, λαμβάνουν ένα (1) μόριο για απόσταση από 30 έως 200 χλμ, τρία (3) μόρια για απόσταση από 201 έως 400 χλμ και πέντε (5) μόρια για απόσταση πέραν των 401 χλμ. Η υποβολή αίτησης για τον ως άνω σκοπό επιτρέπεται και στην περίπτωση που δεν έχουν προκηρυχθεί προς κάλυψη κενές θέσεις της κατηγορίας τους για τη συγκεκριμένη περιοχή μετάθεσης ανεξαρτήτως αν συντρέχουν οι χρονικές προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 12».
2.Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 211/2005, προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Ο χρόνος απόσπασης μετακίνησης ειδικού φρουρού με αίτησή του στον τόπο συμφερόντων του, εξαιρουμένων των αποσπάσεων μετακινήσεων που διατάσσονται για ενίσχυση αστυνομικών Υπηρεσιών αεροδρομίων και αστυνομικών Υπηρεσιών σε περιοχές αυξημένου τουριστικού ενδιαφέροντος, λογίζεται για το διάστημα αυτό, ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται για τους ειδικούς φρουρούς που αποσπώνται ή μετακινούνται σε Υπηρεσίες των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, Ορεστιάδας, Λέσβου, Σάμου, Χίου, Α' Δωδεκανήσου και Β' Δωδεκανήσου. Επίσης, δεν εφαρμόζεται για τους ειδικούς φρουρούς που αποσπώνται ή μετακινούνται για τη διαχείριση μεταναστευτικών ροών καθώς και για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων, έκτακτων και απρόβλεπτων φυσικών καταστροφών ευρείας κλίμακας, όταν η ενίσχυση διενεργείται κατόπιν πρωτοβουλίας της Υπηρεσίας».
3.Η παράγραφος 4 του άρθρου 3 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Στη σειρά προτεραιότητας για τις μεταθέσεις με αντικειμενικά κριτήρια (μόρια) προηγούνται οι ειδικοί φρουροί που έχουν στην περιοχή, για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
4.Η παράγραφος 5 του άρθρου 3 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Τα μόρια που λαμβάνει ο ειδικός φρουρός λόγω αποστάσεως από τον τόπο συμφερόντων του ή τον τόπο κατοικίας λόγω εργασίας ή ασκήσεως επαγγέλματος της συζύγου του διαγράφονται μετά την κοινοποίηση της διαταγής μετάθεσής του στην περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων του, καθώς και μετά την τυχόν ακύρωση της μετάθεσής του σε οποιαδήποτε περιοχή μετάθεσης. Μετά την ακύρωση της μετάθεσης, τα ανωτέρω τυχόν δικαιούμενα μόρια, προσμετρούνται από την 1η Σεπτεμβρίου του έτους ακύρωσης της μετάθεσης».
Άρθρο 16
1.Η παράγραφος 3 του άρθρου 4 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η υποβολή δήλωσης αλλαγής τόπου συμφερόντων μεταβάλει τον αριθμό μορίων που συγκεντρώθηκαν με βάση τον προηγούμενο τόπο συμφερόντων. Τα μόρια που αναλογούν σε κάθε ενδιαφερόμενο υπολογίζονται σύμφωνα με το νέο τόπο συμφερόντων, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 3».
2.Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Η Σχολή Αστυφυλάκων, κοινοποιεί στους συνοριακούς φύλακες, ένα μήνα πριν την αποφοίτησή τους, την απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας περί κατανομής των οργανικών θέσεων της κατηγορίας τους και τους καλεί να υποβάλουν αιτήσεις στις οποίες δηλώνουν υποχρεωτικά όλες τις Υπηρεσίες που αναφέρονται στην απόφαση, κατά σειρά προτίμησής τους. Όσοι υπάγονται στην κατηγορία της παραγράφου 6, υποβάλλουν και αντίγραφα των σχετικών πιστοποιητικών. Οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας τουλάχιστον 15 ημέρες πριν την αποφοίτησή τους».
3.Η παράγραφος 5 του άρθρου 6 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Στις τοποθετήσεις που αφορούν την παράγραφο
2του παρόντος άρθρου προηγούνται οι συνοριακοί φύλακες που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
Άρθρο 17
1.Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του Π.δ. 211/2005, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 1του Π.δ. 161/2008 (Α'221), αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας καθορίζεται ο αριθμός των κενών οργανικών θέσεων που, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες, θα πληρωθούν από τους αποφοιτούντες ειδικούς φρουρούς, κατά Διεύθυνση Αστυνομίας ή ισότιμη Υπηρεσία. Η απόφαση αυτή κοινοποιείται ένα μήνα τουλάχιστον πριν από την αποφοίτησή τους στις Διευθύνσεις Αστυνομίας ή ισότιμες Υπηρεσίες στις οποίες θα τοποθετηθούν και στη Σχολή Αστυφυλάκων. Οι Υπηρεσίες αυτές οφείλουν, μέσα σε 10 ημέρες από την κοινοποίηση, να αναφέρουν στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας τις συγκεκριμένες Υπηρεσίες δικαιοδοσίας τους που θα τοποθετήσουν τους ειδικούς φρουρούς που κατανέμονται με την απόφαση του Αρχηγού. Η Σχολή Αστυφυλάκων κοινοποιεί αμέσως την απόφαση αυτή στους ειδικούς φρουρούς, οι οποίοι δηλώνουν υποχρεωτικά με αίτησή τους όλες τις Υπηρεσίες που αναφέρονται σ' αυτή, κατά σειρά προτίμησής τους, με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας τουλάχιστον 15 ημέρες πριν την αποφοίτησή τους».
2.Η παράγραφος 4 του άρθρου 7 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Στις τοποθετήσεις προηγούνται οι ειδικοί φρουροί που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
Άρθρο 18
Η παράγραφος 2 του άρθρου 8 του Π.δ. 211/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι μετατασσόμενοι σε υπηρεσία γραφείου τοποθετούνται με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, αποκλειστικά για την άσκηση καθηκόντων διοικητικής υποστήριξης.
Όσοι από τους μετατασσόμενους σε υπηρεσία γραφείου τοποθετήθηκαν σε άλλη περιοχή μετάθεσης κατ' εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου και στη συνέχεια επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, τοποθετούνται υποχρεωτικά σε υπηρεσία της ίδιας περιοχής μετάθεσης στην οποία υπηρετούσαν κατά το χρόνο μετάταξής τους σε υπηρεσία γραφείου».
Άρθρο 19
Η παράγραφος 3 του άρθρου 11 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι αιτήσεις για μεταθέσεις εντός της ίδιας περιοχής μετάθεσης υποβάλλονται το πρώτο 15νθήμερο του Μαΐου. Οι μεταθέσεις διατάσσονται το δεύτερο 15νθήμερο του Ιουλίου και πραγματοποιούνται μέχρι 31 Αυγούστου κάθε έτους. Στη σειρά προτεραιότητας προηγούνται οι συνοριακοί φύλακες που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
Άρθρο 20
1.Η παράγραφος 6 του άρθρου 12 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Στη σειρά προτεραιότητας προηγούνται οι ειδικοί φρουροί που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
2.Η παράγραφος 8 του άρθρου 12 του Π.δ. 211/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Οι ειδικοί φρουροί, δύνανται να υποβάλουν αιτήσεις μετάθεσης με αντικειμενικά κριτήρια (μόρια), ακόμα και όταν δεν έχουν προκηρυχθεί κενές, προς κάλυψη, θέσεις της κατηγορίας τους, για την περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων τους, ανεξάρτητα εάν έχουν την προϋπόθεση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, εφόσον υπάγονται στις ακόλουθες κατηγορίες:
α. πολύτεκνοι
β. έχοντες μέλος της ιδίας οικογένειας με αναπηρία 67% τουλάχιστον ή με αναπηρία Α.ΜΕ.Α.
γ. έχοντες τρία (3) τέκνα.
Επί των αιτήσεων αυτών αποφαίνεται το αρμόδιο όργανο, βάσει κοινωνικών και υπηρεσιακών κριτηρίων. Οι αιτούντες ειδικοί φρουροί δύνανται να μετατεθούν κάνοντας χρήση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου μόνο μία φορά».
3.Η παράγραφος 9 του άρθρου 12 του Π.δ. 211/2005, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Π.δ. 166/2007 και τροποποιήθηκε με την παράγραφο
2του άρθρου 1 του Π.δ. 36/2011 (Α' 95), αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Το Γ' δεκαήμερο του μηνός Σεπτεμβρίου κάθε έτους, ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, εκτιμώντας τις υπηρεσιακές ανάγκες, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί από τις τελευταίες τακτικές μεταθέσεις καταρτίζει αριθμητικούς πίνακες κατά Διεύθυνση Αστυνομίας ή άλλη εξομοιούμενη με αυτή Υπηρεσία κενών οργανικών θέσεων σε ειδικούς φρουρούς που πρέπει να πληρωθούν κατά το Γ' δεκαήμερο του μηνός Οκτωβρίου, λαμβάνοντας υπόψη και τις αιτήσεις ακυρώσεως που προέκυψαν από τις τακτικές μεταθέσεις. Οι θέσεις θα καλύπτονται από ειδικούς φρουρούς που ζητούσαν μετάθεση για τις Υπηρεσίες αυτές και μνημονεύονται στους πίνακες των τακτικών μεταθέσεων».
4.Στο τέλος του άρθρου 12 του Π.δ. 211/2005, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 1 του Π.δ. 161/2008, τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1 του Π.δ. 166/2007 και την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Π.δ. 36/2011, προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής:
«10. Ειδικοί φρουροί που μετατίθενται για λόγους πειθαρχίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13, δεν επιτρέπεται για οποιοδήποτε λόγο να μετατεθούν εκ νέου σε Υπηρεσίες της περιοχής από την οποία μετατέθηκαν πριν την παρέλευση δεκαετίας».
Άρθρο 21
1.Η περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«γ. Όταν υποβαθμίζεται ή καταργείται Υπηρεσία ή ιδρύεται νέα. Στην τελευταία περίπτωση και εφόσον στη νέα Υπηρεσία μετατίθεται προσωπικό από άλλη περιοχή μετάθεσης, αυτό προέρχεται από τους οικείους πίνακες τακτικών μεταθέσεων κατά σειρά προτεραιότητας. Σε περίπτωση που οι θέσεις δεν καλύπτονται από τους παραπάνω πίνακες καλούνται οι ενδιαφερόμενοι να υποβάλλουν σχετική αίτηση, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των διατάξεων των άρθρων 11 και 12 του παρόντος διατάγματος».
2.Η περίπτωση ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. Σε περίπτωση θανάτου συζύγου ή τέκνου ή πάθησης από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην υπ'αριθμ. Υ1/Γ.Π./οικ.16884 από 12.10.2001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β'1386), όπως ισχύει, του ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα ή μέλους της ίδιας οικογένειάς του, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου στην Υπηρεσία του και έκδοση σχετικής γνωμάτευσης από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) της Ελληνικής Αστυνομίας.
Με την αίτηση συνυποβάλλονται: α) αντίγραφο του ατομικού δελτίου ασθενειών, εφόσον η πάθηση αφορά τον ίδιο, β) πλήρες ιστορικό της νόσου από τον θεράποντα ιατρό, γ) αντίγραφο των σχετικών προς την επικαλούμενη πάθηση εντολών υγειονομικής περίθαλψης και συνταγογραφούμενων φαρμάκων, από τα ατομικά βιβλιάρια νοσηλείας και συνταγολογίου, δ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου, ειδικού επί της παθήσεως και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την πάθηση, όπως εξιτήριο Νοσοκομείου ή Κλινικής, γνωματεύσεις Υγειονομικών Επιτροπών ή άλλων ειδικών επί της παθήσεως ιατρών, αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων κ.λπ., προς διευκόλυνση του ιδίου και των αρμοδίων Υπηρεσιών και ε) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου του τόπου για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος, στην οποία να αναφέρεται ότι ο έχων την περιγραφόμενη πάθηση θα δύναται να παρακολουθείται για το πρόβλημά του στον τόπο αυτό ή προσκόμιση αντίστοιχης γνωμάτευσης ιατρού, ειδικού επί της παθήσεως, του τόπου για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος.
Η Υπηρεσία του ενδιαφερομένου υποβάλλει την αίτηση και τα συνημμένα δικαιολογητικά στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και αυτή στη συνέχεια παραπέμπει τον πάσχοντα ειδικό φρουρό ή συνοριακό φύλακα ή το πάσχον μέλος της ιδίας οικογένειάς του ενώπιον της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής, διαβιβάζοντας σ' αυτή όλη τη σχετική αλληλογραφία. Η αυτοπρόσωπη παρουσίαση στην Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του πάσχοντος μέλους της ιδίας οικογένειας του ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα δεν απαιτείται σε περίπτωση που συντρέχουν σοβαροί λόγοι αδυναμίας μετακίνησής του, που προκύπτουν από γνωμάτευση του εκτελούντος χρέη υπηρεσιακού ιατρού στον τόπο διαμονής του ενδιαφερομένου.
Η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή στη συνέχεια εξετάζει τους παραπεμπόμενους και γνωματεύει σχετικά. Σε περίπτωση που η γνωμάτευσή της αφορά ειδικό φρουρό ή συνοριακό φύλακα που πάσχει από δυσίατο νόσημα προχωρεί σε κρίση της σωματικής του ικανότητας, από υγειονομικής πλευράς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Στην ίδια γνωμάτευσή της η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή θα αποφαίνεται: α) αν πληρούνται οι προϋποθέσεις επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης του έχοντος το δυσίατο νόσημα αιτούντος ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα ή μέλους της ιδίας οικογένειάς του στον τόπο για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος και β) αν η κατάστασή του επιτρέπει την ασφαλή μετακίνησή του».
3.Η περίπτωση στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«στ. Ύστερα από αίτηση αμοιβαίας μετάθεσης, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενοι υπηρετούν σε Υπηρεσίες της αυτής περιοχής μετάθεσης. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η υποβολή αίτησης αμοιβαίας μετάθεσης για άλλη περιοχή μετάθεσης. Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να υποβάλει αίτημα αμοιβαίας μετάθεσης με τον πρώτο επιλαχόντα των πινάκων των τακτικών μεταθέσεων του τρέχοντος έτους της αντίστοιχης περιοχής στην οποία επιθυμεί να μετατεθεί. Σε περίπτωση μη επιθυμίας του πρώτου επιλαχόντα, με μέριμνα του ενδιαφερομένου θα κινείται η ίδια διαδικασία με τον δεύτερο επιλαχόντα και ούτω καθεξής. Η μη δήλωση επιθυμίας των επιλαχόντων, θα προκύπτει από υπεύθυνη δήλωσή τους, την οποία θα προσκομίζει μαζί με το αίτημα αμοιβαίας μετάθεσης ο ενδιαφερόμενος. Οι διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 12 του παρόντος έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή».
4.Η περίπτωση ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«ζ. Για λόγους συνυπηρέτησης με σύζυγο αστυνομικό ή συνοριακό φύλακα ή ειδικό φρουρό ή πυροσβεστικό υπάλληλο ή στρατιωτικό ή λιμενικό ή δικαστικό λειτουργό. Σε περίπτωση που ο σύζυγος του συνοριακού φύλακα υπηρετεί σε περιοχή που δεν έχουν κατανεμηθεί οργανικές θέσεις της κατηγορίας του δύναται να υπηρετήσει στην πλησιέστερη Διεύθυνση Αστυνομίας, που υπάρχουν οργανικές θέσεις.
Εάν παύσουν να υφίστανται οι λόγοι για τους οποίους πραγματοποιήθηκε η μετάθεση, πριν την παρέλευση πενταετίας από την εκτέλεση αυτής και εφόσον δεν έχει αποκτηθεί από το γάμο αυτό τέκνο, ο ειδικός φρουρόςσυνοριακός φύλακας μετατίθεται υποχρεωτικά σε Υπηρεσία της περιοχής μετάθεσης από την οποία είχε μετατεθεί για λόγους συνυπηρέτησης. Η ενημέρωση της Υπηρεσίας για έλλειψη των λόγων συνιστά υποχρέωση του ιδίου του ειδικού φρουρού ο οποίος οφείλει να υποβάλει άμεσα σχετική αναφορά. Η παράλειψη της υποχρέωσης αυτής συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα».
5.Στην παράγραφο 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, προστίθεται περίπτωση η' ως εξής:
«η. Σε περίπτωση θανάτου γονέα ή αδελφού, ο οποίος υπηρετούσε στην Ελληνική Αστυνομία και τραυματίστηκε θανάσιμα κατά την εκτέλεση του καθήκοντος».
Άρθρο 22
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 15 του Π.δ. 211/2005 προστίθενται περιπτώσεις γί δί ε' και στ' ως εξής:
«γ. Για την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 93 του Ν.3852/2010 (Α' 87), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 του Ν.4071/2012 (Α' 85) και ισχύει. Καθ' όλη τη διάρκεια της απόσπασής τους λογίζεται ότι υπηρετούν στον τόπο συμφερόντων τους και ο χρόνος αυτός δεν θεμελιώνει δικαίωμα αίτησης μετάθεσης.
δ. Σε περίπτωση σπουδών σε Σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για την απόκτηση πρώτου πτυχίου. Η αίτηση απόσπασης ή ανανέωσης αυτής υποβάλλεται το πρώτο 15νθήμερο του μηνός Οκτωβρίου εκάστου έτους, για την περιοχή μετάθεσης, όπου εδρεύει η Σχολή και διαρκεί μέχρι 31 Οκτωβρίου του επόμενου έτους. Η απόσπαση αυτή ανανεώνεται για όσα χρόνια προβλέπεται φοίτηση στη Σχολή, συν δύο (2) έτη, εφόσον ο ειδικός φρουρόςσυνοριακός φύλακας προσκομίζει βεβαίωση της οικείας Σχολής από την οποία να προκύπτει ότι έλαβε προαγωγικό βαθμό σε ποσοστό τουλάχιστον 40% των μαθημάτων και των δύο εξαμήνων, στα οποία προστίθενται και τα τυχόν μεταφερόμενα από προηγούμενα εξάμηνα. Ο ειδικός φρουρόςσυνοριακός φύλακας στην περίπτωση αυτή λογίζεται, ότι υπηρετεί καθ' όλη τη διάρκεια της απόσπασής του στον τόπο συμφερόντων του. Ο χρόνος απόσπασής του δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση του δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης.
ε. Σε περίπτωση διορισμού ως δικαστικού συμπαραστάτη από το αρμόδιο δικαστήριο σε γονείς ή αδέλφια που πάσχουν από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην υπ'αριθμ. Υ1/Γ.Π./οικ.16884 από 12.10.2001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β'1386), όπως ισχύει, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου στην Υπηρεσία του και έκδοση σχετικής γνωμάτευσης από την Ανωτάτη Υγειονομική Επιτροπή της Ελληνικής Αστυνομίας. Με την αίτηση συνυποβάλλονται α) πλήρες ιστορικό της νόσου από τον θεράποντα ιατρό, β) αντίγραφο των σχετικών προς την επικαλούμενη πάθηση εντολών υγειονομικής περίθαλψης και συνταγογραφούμενων φαρμάκων, από τα ατομικά βιβλιάρια νοσηλείας και συνταγολογίου, γ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου, ειδικού επί της παθήσεως και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την πάθηση, όπως εξιτήριο Νοσοκομείου ή Κλινικής, γνωματεύσεις Υγειονομικών Επιτροπών ή άλλων ειδικών επί της παθήσεως ιατρών, αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων κ.λπ., προς διευκόλυνση του ιδίου και των αρμοδίων Υπηρεσιών και δ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου του τόπου για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος, στην οποία να αναφέρεται ότι ο έχων την περιγραφόμενη πάθηση θα δύναται να παρακολουθείται για το πρόβλημά του στον τόπο αυτό ή προσκόμιση αντίστοιχης γνωμάτευσης ιατρού, ειδικού επί της παθήσεως, του τόπου για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος.
Η Υπηρεσία του ενδιαφερομένου υποβάλλει την αίτηση και τα συνημμένα δικαιολογητικά στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και αυτή στη συνέχεια παραπέμπει το πάσχον μέλος της οικογένείας του ενώπιον της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής, διαβιβάζοντας σ' αυτή όλη τη σχετική αλληλογραφία. Η αυτοπρόσωπη παρουσίαση στην Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του πάσχοντος μέλους της οικογένειάς του ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα δεν απαιτείται σε περίπτωση που συντρέχουν σοβαροί λόγοι αδυναμίας μετακίνησής του, που προκύπτουν από γνωμάτευση του εκτελούντος χρέη υπηρεσιακού ιατρού στον τόπο διαμονής του ενδιαφερομένου.
Η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή στη συνέχεια εξετάζει τους παραπεμπόμενους και γνωματεύει σχετικά. Στην ίδια γνωμάτευση, η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή αποφαίνεται αν πληρούνται οι προϋποθέσεις επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης του έχοντος το δυσίατο νόσημα μέλους της οικογένειας του ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα στον τόπο για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος. Η διάρκεια της απόσπασης είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κατ' έτος εφόσον ο ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας αποδεικνύει ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις οποίες αρχικά χορηγήθηκε. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του και δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης.
στ. Σε περίπτωση διάζευξης και ανάθεσης επιμέλειας ανήλικου τέκνου. Η διάρκεια της απόσπασης είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κατ' έτος εφόσον ο ενδιαφερόμενος αποδεικνύει ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις οποίες αρχικά χορηγήθηκε, υποβάλλοντας πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο. Η ενημέρωση της Υπηρεσίας για τυχόν μεταβολή της οικογενειακής κατάστασης συνιστά υποχρέωση του ίδιου του Ειδικού Φρουρού Συνοριακού Φύλακα ο οποίος οφείλει να υποβάλει άμεσα σχετική αναφορά. Η παράλειψη της υποχρέωσης αυτής συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του και δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης».
Άρθρο 23
Στο τέλος του άρθρου 16 του Π.δ. 211/2005 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Δύναται να ανανεωθεί για ακόμη δύο (2) μήνες, χωρίς τη συναίνεση του μετακινούμενου. Δεν επιτρέπεται νέα προσωρινή μετακίνηση εφόσον έχει συμπληρωθεί το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο και δεν έχει παρέλθει έτος από τη λήξη της προηγούμενης προσωρινής μετακίνησης. Δυνατότητα περαιτέρω ανανέωσής της χωρίς τις προαναφερόμενες χρονικές προϋποθέσεις, θα υφίσταται μόνο με τη συναίνεση του μετακινούμενου».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Τροποποίηση Π.δ. 27/1986 «Άδειες Προσωπικού Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης του Υπουργείου Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης» (Α'11)
Άρθρο 24
1.Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 του Π.δ. 27/1986, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του Π.δ. 12/1994 (Α'10) και το άρθρο 2 του Π.δ. 66/2000 (Α'57), αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η άδεια μητρότητας των γυναικών αστυνομικών χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 52 του Ν. 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ». (Α'26). Στους άνδρες αστυνομικούς χορηγείται άδεια με αποδοχές, διάρκειας τριών (3) ημερών, σε περίπτωση γέννησης τέκνου τους, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη γέννηση. Στους αστυνομικούς που υιοθετούν τέκνο χορηγείται με τους ίδιους όρους η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 52 του Ν. 3528/2007 άδεια».
2.Η παράγραφος 5 του άρθρου 10 του Π.δ. 27/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Γονείς που έχουν ανήλικα τέκνα, τα οποία είναι μαθητές στοιχειώδους, μέσης, γενικής ή τεχνικής εκπαίδευσης δικαιούνται να απουσιάζουν ορισμένες ώρες ή ολόκληρη την ημέρα από την εργασία τους για να επισκεφθούν το σχολείο των παιδιών τους προς παρακολούθηση της σχολικής τους επίδοσης, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις που εφαρμόζονται για τους δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους».
3.Στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 10 του Π.δ. 27/1986, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1του Π.δ. 13/2007 (Α'9), προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Οι ενδιαφερόμενοι δύνανται να αιτηθούν αντί του μειωμένου ωραρίου, τη χορήγηση, ανά ημερολογιακό έτος και ανά περίπτωση πάσχοντος, άδειας απουσίας διάρκειας είκοσι (20) ημερών, με αποδοχές. Οι διευκολύνσεις της παρούσας παραγράφου χορηγούνται από τους αρμόδιους κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 14. Κατ' εξαίρεση, για το προσωπικό που αναφέρεται στις περιπτώσεις ηί ιε' και ιζ' του άρθρου 14, οι ως άνω διευκολύνσεις χορηγούνται από τους αρμόδιους για τη χορήγηση αδειών των περιπτώσεων ζ, ιδ' και ιστ' του ιδίου άρθρου, αντίστοιχα.
4.Στο άρθρο 10 του Π.δ. 27/1986 προστίθενται παράγραφοι 12, 13 και 14 ως εξής:
«12. Στις γυναίκες αστυνομικούς που υποβάλλονται σε διαδικασία ιατρικά υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, χορηγείται άδεια απουσίας μίας (1) ημέρας κατά την ημέρα της ωοληψίας και άδεια απουσίας δεκαπέντε (15) ημερών από την εμβρυομεταφορά, με αποδοχές. Στους άνδρες αστυνομικούς χορηγείται άδεια απουσίας μίας (1) ημέρας, κατά την ημέρα της ωοληψίας, καθώς και άδεια απουσίας μίας (1) ημέρας, κατά την ημέρα της εμβρυομεταφοράς της συζύγου του, με αποδοχές.
Αρμόδιοι για την έγκριση χορήγησης των προβλεπόμενων από την παρούσα παράγραφο αδειών είναι οι οριζόμενοι στο άρθρο 14 και για τη χορήγηση τους απαιτείται η προσκόμιση σχετικών αποδεικτικών στοιχείων του δημόσιου ή ιδιωτικού κέντρου πραγματοποίησης της διαδικασίας ιατρικά υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
13.Στο αστυνομικό προσωπικό χορηγείται άδεια, με αποδοχές, διάρκειας πέντε (5) ημερών σε περίπτωση θανάτου συζύγου ή συγγενούς έως και β' βαθμού εξ αίματος ή έως και α' βαθμού εξ αγχιστείας, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επέλευση του θανάτου.
Αρμόδιοι για την έγκριση χορήγησης της προβλεπόμενης από την παρούσα παράγραφο άδειας είναι οι οριζόμενοι στο άρθρο 14 και για τη χορήγησή της απαιτείται η προσκόμιση σχετικών αποδεικτικών στοιχείων.
14.Το αστυνομικό προσωπικό που πάσχει από νόσημα, το οποίο απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή χρήζει περιοδικής νοσηλείας χορηγείται ειδική άδεια απουσίας με αποδοχές έως είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες το χρόνο. Η ως άνω άδεια χορηγείται και στους αστυνομικούς των οποίων οι σύζυγοι ή τα τέκνα πάσχουν από νόσημα, το οποίο απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή χρήζουν περιοδικής νοσηλείας, ανά περίπτωση πάσχοντος. Τα νοσήματα που απαιτούν περιοδική νοσηλεία καθορίζονται στις διατάξεις της υπ' αριθ. Φ.400/39/5521 Σχ. 149 από 19.2.1998 απόφασης Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Υγείας και Πρόνοιας (Β'235), όπως εκάστοτε ισχύει.
Η εν λόγω άδεια χορηγείται από τους αρμόδιους κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 14. Κατ' εξαίρεση, για το προσωπικό που αναφέρεται στις περιπτώσεις η, ιε' και ιζ' του άρθρου 14, η εν λόγω άδεια χορηγείται από τους αρμόδιους για τη χορήγηση αδειών των περιπτώσεων ζ, ιδ' και ιστ' του ιδίου άρθρου, αντίστοιχα.
Άρθρο 25
1.Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 10Α του Π.δ. 27/1986, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του Π.δ. 70/2011 (Α'169), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ειδικά, η άδεια εννέα (9) μηνών με αποδοχές για ανατροφή παιδιού χορηγείται άπαξ και εξαντλείται μέχρι το παιδί να συμπληρώσει το έκτο (6ο) έτος της ηλικίας του».
2.Στο τέλος του άρθρου 10Α του Π.δ. 27/1986, προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Για τους γονείς μονογονεϊκών οικογενειών, τους γονείς μετά από διαζύγιο ή ακύρωση γάμου, οι οποίοι έχουν τη γονική μέριμνα του τέκνου, καθώς και στην περίπτωση που ο ένας εκ των δύο γονέων πάσχει από ψυχική, νοητική ή σωματική αναπηρία με ποσοστό 67% και άνω, η άδεια ανατροφής του τέκνου αυξάνεται κατά ένα (1) μήνα. Το ως άνω διάστημα αυξάνεται κατά δεκαπέντε (15) ημέρες για κάθε επιπλέον τέκνο».
Άρθρο 26
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων των Κεφαλαίων Α' και Β' αρχίζει από την 01.09.2016, ενώ η ισχύς των διατάξεων του Κεφαλαίου Γ' από τη δημοσίευση του παρόντος διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
Αθήνα, 22 Ιουλίου 2016
Τροποποίηση διατάξεων του Π.δ. 100/2003 «Τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και λοιπές μετακινήσεις αστυνομικού προσωπικού» (Α' 94)
Άρθρο 1
1.Οι περιπτώσεις α, β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 100/2003, όπως η περίπτωση γ' τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 Π.δ. 85/2011 (Α' 207), αντικαθίστανται ως εξής:
«α. Του τόπου γέννησης του ιδίου ή της συζύγου του ή του πλησιέστερου προς αυτόν τόπου της αυτής περιοχής μετάθεσης.
β. Του τόπου στον οποίο υπηρετεί ο ίδιος.
γ. Του τόπου στον οποίο έχει ιδιόκτητη κατοικία ο ίδιος, ο/η σύζυγός του ή οι γονείς του ιδίου».
2.Στο άρθρο 2 του Π.δ. 100/2003 προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Ως δυσίατα νοσήματα θεωρούνται οι νοσηρές καταστάσεις και τα νοσήματα, που απαιτούν μακροχρόνια νοσηλεία ή θεραπεία, προσβάλλουν ένα ή περισσότερα όργανα και χαρακτηρίζονται από εξάρσεις ή υφέσεις».
Άρθρο 2
1.Τα δύο τελευταία εδάφια της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 100/2003, όπως το πρώτο εδάφιο τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 85/2011 και το δεύτερο εδάφιο προστέθηκε με το άρθρο 1του Π.δ. 107/2012 (Α' 185) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 39 του Ν. 4249/2014 (Α'73), τροποποιούνται ως εξής:
«Ο χρόνος απόσπασης αστυνομικού στο εξωτερικό, ο χρόνος μετάθεσης για φοίτηση στη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας και στο Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.), ο χρόνος υπηρεσίας αστυνομικού στις Υπηρεσίες των εδαφίων γ' και δ' του άρθρου 4 του παρόντος, εφόσον αυτός μετακινήθηκε στις τελευταίες από Υπηρεσία εκτός της περιοχής μετάθεσης που ευρίσκεται η έδρα των Υπηρεσιών αυτών, καθώς και ο χρόνος απόσπασης μετακίνησης αστυνομικού με αίτησή του στον τόπο συμφερόντων του, εξαιρουμένων των αποσπάσεων της παρ. 8 του άρθρου 19 του παρόντος, λογίζεται για το διάστημα αυτό, ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται για το αστυνομικό προσωπικό που αποσπάται ή μετακινείται σε Υπηρεσίες των Διευθύνσεων Αστυνομίας
Αλεξανδρούπολης, Ορεστιάδας, Λέσβου, Σάμου, Χίου, Α' Δωδεκανήσου και Β' Δωδεκανήσου. Επίσης, δεν εφαρμόζεται για το αστυνομικό προσωπικό που αποσπάται ή μετακινείται για τη διαχείριση μεταναστευτικών ροών καθώς και για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων, έκτακτων και απρόβλεπτων φυσικών καταστροφών ευρείας κλίμακας, όταν η ενίσχυση διενεργείται κατόπιν πρωτοβουλίας της Υπηρεσίας».
2.Στην υποπερίπτωση 4 της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 100/2003, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του Π.δ. 85/2011, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η υποβολή αίτησης για τον ως άνω σκοπό επιτρέπεται και στην περίπτωση που δεν έχουν προκηρυχθεί προς κάλυψη κενές θέσεις του βαθμού τους για τη συγκεκριμένη περιοχή μετάθεσης ανεξαρτήτως αν συντρέχουν οι αναφερόμενες στην παράγραφο 4 του άρθρου 12 του παρόντος διατάγματος προϋποθέσεις».
3.Η παράγραφος 3 του άρθρου 3 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 2 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Στη σειρά προτεραιότητας για τις μεταθέσεις με αντικειμενικά κριτήρια (μόρια), προηγούνται οι αστυνομικοί που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση τον τόπο συμφερόντων τους».
4.Η παράγραφος 4 του άρθρου 3 του Π.δ. 100/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Τα μόρια που λαμβάνει ο αστυνομικός λόγω αποστάσεως από τον τόπο συμφερόντων του ή τον τόπο κατοικίας λόγω εργασίας ή ασκήσεως επαγγέλματος της συζύγου του, διαγράφονται μετά την κοινοποίηση της διαταγής μετάθεσής του στην περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων του, καθώς και μετά την τυχόν ακύρωση της μετάθεσής του, κατόπιν ευδοκίμησης της προσφυγής του άρθρου 18 παράγραφος 1 του παρόντος διατάγματος. Μετά την ακύρωση της μετάθεσης, τα ανωτέρω τυχόν δικαιούμενα μόρια, προσμετρούνται από την 1η Σεπτεμβρίου του έτους ακύρωσης της μετάθεσης».
Άρθρο 3
Η παράγραφος 3 του άρθρου 5 του Π.δ. 100/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η υποβολή δήλωσης αλλαγής τόπου συμφερόντων μεταβάλει τον αριθμό μορίων που συγκεντρώθηκαν με βάση τον προηγούμενο τόπο συμφερόντων. Τα μόρια που αναλογούν σε κάθε ενδιαφερόμενο υπολογίζονται σύμφωνα με το νέο τόπο συμφερόντων, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του παρόντος διατάγματος».
Άρθρο 4
1.Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Π.δ. 138/2006 (Α'155), το άρθρο 5 του Π.δ. 85/2011, την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του Π.δ. 132/2011 (Α' 261), την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 107/2012 και το άρθρο 1 του Π.δ. 172/2013 (Α' 274), αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας προκηρύσσονται οι θέσεις που θα πληρωθούν από τους νεοεξερχόμενους Αστυφύλακες οι οποίες είναι αυτές που δεν καλύφθηκαν από τις εκκρεμείς αιτήσεις από τον πίνακα των τακτικών μεταθέσεων, συμπεριλαμβανομένων και όσων δημιουργούνται κατόπιν ευδοκίμησης των προσφυγών του άρθρου 18 παράγραφος 1 του παρόντος διατάγματος, λαμβάνοντας υπόψη και τον αριθμό των κενών οργανικών θέσεων που δημιουργήθηκαν από τους μετατιθέμενους από αυτές τις Διευθύνσεις, εξαιρουμένης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, της οποίας οι θέσεις μπορούν να υπερβαίνουν τον αριθμό των κενών θέσεων που προκύπτουν από τις τακτικές μεταθέσεις.
Η απόφαση αυτή κοινοποιείται ένα (1) μήνα τουλάχιστον προ της εξόδου, στη Σχολή Αστυφυλάκων και στις Υπηρεσίες που θα τοποθετηθούν. Οι Υπηρεσίες αυτές οφείλουν μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση να αναφέρουν στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας τις συγκεκριμένες Υπηρεσίες δικαιοδοσίας τους που θα τοποθετήσουν τους νέους Αστυφύλακες, που κατανέμονται με απόφαση του Αρχηγού ανάλογα με τη σειρά εξόδου και προτίμησής τους, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
Όσοι έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν τοποθέτηση, τον τόπο συμφερόντων τους καθώς και όσοι πληρούν τις προϋποθέσεις συνυπηρέτησης με συζύγους δικαστικούς λειτουργούς, συνοριακούς φύλακες, ειδικούς φρουρούς, στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς και πυροσβεστικούς υπαλλήλους, τοποθετούνται στις προκηρυχθείσες θέσεις κατά προτεραιότητα και εφόσον έχουν υποβληθεί στην Υπηρεσία τα απαραίτητα πιστοποιητικά, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου».
2.Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του Π.δ. 138/2006 και με το άρθρο 5 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι νεοεξερχόμενοι Αστυφύλακες τοποθετούνται υποχρεωτικά και δεν μετακινούνται για οποιοδήποτε λόγο για δύο (2) τουλάχιστον έτη, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του παρόντος, σε Αστυνομικά Τμήματα και Αστυνομικούς Σταθμούς. Οι νεοεξερχόμενοι Αστυφύλακες δύνανται να τοποθετούνται στις προαναφερόμενες Υπηρεσίες του τόπου συμφερόντων τους, με την προϋπόθεση ότι οι προκηρυχθείσες θέσεις των τακτικών μεταθέσεων δεν καλύφθηκαν. Η προϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται για τις τοποθετήσεις στην περιοχή της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής».
3.Η παράγραφος 6 του άρθρου 7 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 1 του Π.δ. 138/2006 και με το άρθρο 5 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Τα Συμβούλια Μεταθέσεων των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης τοποθετούν αυτούς που κατανέμονται σ' αυτές, σε κενές θέσεις των υφιστάμενων Διευθύνσεών τους, με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος».
4.Στην παράγραφο 7 του άρθρου 7 του Π.δ. 100/2003 η φράση «παράγραφο 2» αντικαθίσταται με τη φράση «παράγραφο 1».
Άρθρο 5
1.Η παράγραφος 1 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του Π.δ. 85/2011, την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Π.δ. 132/2011 και την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του Π.δ. 107/2012, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας καθορίζεται ο αριθμός των κενών οργανικών θέσεων που ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες θα πληρωθούν από τους νεοεξερχόμενους Υπαστυνόμους Β, κατά Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής και Θεσσαλονίκης, καθώς και κατά Αστυνομικό Τμήμα των Διευθύνσεων Αστυνομίας των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Βορείου και Νοτίου Αιγαίου.
Για τον υπολογισμό των ως άνω κενών θέσεων δεν λαμβάνονται υπόψη οι θέσεις που θα πληρωθούν, αφενός από τους κατώτερους αξιωματικούς κατά τις τακτικές μεταθέσεις και αφετέρου από νέους Υπαστυνόμους που εμπίπτουν στην εξαίρεση της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Η απόφαση αυτή κοινοποιείται στους ενδιαφερόμενους, μέσω της Σχολής Αξιωματικών».
2.Η παράγραφος 2 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Π.δ. 138/2006 και την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι νεοεξερχόμενοι από τη Σχολή Αξιωματικών Υπαστυνόμοι Β' τοποθετούνται υποχρεωτικά και δεν μετακινούνται για οποιοδήποτε λόγο για δύο (2) τουλάχιστον έτη, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του παρόντος, σε Αστυνομικά Τμήματα.
Οι νεοεξερχόμενοι Υπαστυνόμοι Β' δύνανται να τοποθετούνται στις προαναφερόμενες Υπηρεσίες του τόπου συμφερόντων τους, με την προϋπόθεση ότι για την περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων τους, κατά τις τακτικές μεταθέσεις του έτους αποφοίτησής τους, προκηρύχθηκαν κενές θέσεις προς κάλυψη και οι θέσεις αυτές δεν καλύφθηκαν. Η προϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται για τις τοποθετήσεις στις περιοχές μετάθεσης των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης. Εξαιρείται ποσοστό 5% των νεοεξερχομένων, που προηγείται στη σειρά εξόδου, οι οποίοι μπορεί να τοποθετούνται στις ανωτέρω Υπηρεσίες των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης καθώς και των Διευθύνσεων Αστυνομίας των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Βορείου και Νοτίου Αιγαίου, της προτίμησής τους, προηγούμενοι των λοιπών ομοταξίων συναδέλφων τους, τηρουμένης της προϋπόθεσης των δύο προηγούμενων εδαφίων».
3.Στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003 η φράση «παραγράφου 1» αντικαθίσταται με τη φράση «παραγράφου 2».
4.Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 6 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«Όσοι έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν τοποθέτηση, τον τόπο συμφερόντων τους καθώς και όσοι πληρούν τις προϋποθέσεις συνυπηρέτησης με συζύγους δικαστικούς λειτουργούς, συνοριακούς φύλακες, στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς και πυροσβεστικούς υπαλλήλους, τοποθετούνται στις προκηρυχθείσες θέσεις με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, κατά προτεραιότητα με βάση την ως άνω αναγραφόμενη σειρά και εφόσον έχουν υποβληθεί στην Υπηρεσία τα απαραίτητα πιστοποιητικά».
5.Η παράγραφος 5 του άρθρου 8 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 Π.δ. 138/2006 και την παράγραφο 3 του άρθρου 6 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Τα Συμβούλια Μεταθέσεων των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης τοποθετούν τους Υπαστυνόμους Β' που κατανέμονται σ' αυτές σε κενές θέσεις των υφιστάμενων Διευθύνσεών τους, με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο. Στη συνέχεια, τα Συμβούλια Μεταθέσεων των Διευθύνσεων των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης τοποθετούν αυτούς σε κενές θέσεις των Υπηρεσιών τους, με τα ίδια ως άνω κριτήρια».
Άρθρο 6
Στο τέλος του άρθρου 10 του Π.δ. 100/2003 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Όσοι από τους μετατασσόμενους σε υπηρεσία γραφείου τοποθετήθηκαν σε άλλη περιοχή μετάθεσης κατ' εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου και στη συνέχεια επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, τοποθετούνται υποχρεωτικά σε υπηρεσία της ίδιας περιοχής μετάθεσης στην οποία υπηρετούσαν κατά το χρόνο μετάταξής τους σε υπηρεσία γραφείου».
Άρθρο 7
Η παράγραφος 8 του άρθρου 12 του Π.δ. 100/2003, όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 7 του Π.δ. 85/2011 (Α'207), αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Οι αστυνομικοί δύνανται, με εξαίρεση τους νεοπροαχθέντες Αρχιφύλακες (άρθρο 15), να υποβάλουν αιτήσεις μετάθεσης, ακόμα και όταν δεν έχουν προκηρυχθεί κενές, προς κάλυψη, θέσεις του βαθμού τους με αντικειμενικά κριτήρια (μόρια), για την περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων τους, ανεξάρτητα εάν έχουν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, εφόσον υπάγονται σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
α. πολύτεκνοι,
β. έχοντες μέλος της ιδίας οικογένειας με αναπηρία 67% τουλάχιστον ή με αναπηρία Α.ΜΕ.Α.
γ. έχοντες τρία (3) τέκνα.
Επί των αιτήσεων αυτών αποφαίνεται το αρμόδιο όργανο, βάσει κοινωνικών και υπηρεσιακών κριτηρίων. Οι αιτούντες αστυνομικοί δύνανται να μετατεθούν κάνοντας χρήση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου μόνο μία φορά».
Άρθρο 8
Η περίπτωση ε' της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του Π.δ. 100/2003, όπως αντικαταστάθηκε με άρθρο 8 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. Το Β' δεκαήμερο του μηνός Σεπτεμβρίου κάθε έτους το αρμόδιο Συμβούλιο Μεταθέσεων, εκτιμώντας τις υπηρεσιακές ανάγκες, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί από τις τελευταίες τακτικές μεταθέσεις καταρτίζει αριθμητικούς πίνακες κατά Διεύθυνση Αστυνομίας ή άλλη εξομοιούμενη με αυτή Υπηρεσία κενών οργανικών θέσεων σε Ανθυπαστυνόμους Αρχιφύλακες Αστυφύλακες που πρέπει να πληρωθούν κατά το Γ' δεκαήμερο του μηνός Οκτωβρίου, λαμβάνοντας υπόψη και τις αιτήσεις ακυρώσεως που προέκυψαν από τις τακτικές μεταθέσεις. Οι θέσεις θα καλύπτονται από Ανθυπαστυνόμους Αρχιφύλακες Αστυφύλακες που ζητούσαν μετάθεση για τις Υπηρεσίες αυτές και μνημονεύονται στους πίνακες των τακτικών μεταθέσεων.
Σε περίπτωση που οι ως άνω θέσεις Αστυφυλάκων δεν καλύπτονται από τις εκκρεμείς αιτήσεις του πίνακα τακτικών μεταθέσεων, καλύπτονται με τοποθετήσεις νεοεξερχόμενων Αστυφυλάκων».
Άρθρο 9
1.Η παράγραφος 1 του άρθρου 15 του Π.δ. 100/2003, όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του Π.δ.107/2012, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι προαγόμενοι σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.δ. 82/2006 (Α' 86) στο βαθμό του Αρχιφύλακα γενικών καθηκόντων μετατίθενται υποχρεωτικά και δε μετακινούνται για οποιοδήποτε λόγο για ένα (1) τουλάχιστον έτος σε Αστυνομικά Τμήματα και Αστυνομικούς Σταθμούς, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3. Οι προαναφερόμενοι παραμένουν στις Υπηρεσίες τους μέχρι την περίοδο των τακτικών μεταθέσεων, οπότε μετατίθενται με τη διαδικασία των επομένων παραγράφων».
2.Η παράγραφος 2 του άρθρου 15 του Π.δ. 100/2003 όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 Π.δ. 138/2006, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Το πρώτο 10ήμερο του μηνός Ιουλίου με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας καθορίζονται οι κενές οργανικές θέσεις, κατά Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής και Θεσσαλονίκης και Διεύθυνση Αστυνομίας Νομού, που πρέπει να καλυφθούν από τους νεοπροαχθέντες Αρχιφύλακες. Οι ανωτέρω θέσεις υποχρεωτικά προκηρύσσονται στις Διευθύνσεις Αστυνομίας όπου σε οργανικές θέσεις Ανθυπαστυνόμων Αρχιφυλάκων, δεν υπάρχουν επιλαχόντες με τόπο συμφερόντων από τους πίνακες των τακτικών μεταθέσεων του ιδίου έτους, με εξαίρεση τη Γ.Α.Δ. Αττικής. Κατά το δεύτερο 10ήμερο Ιουλίου οι Αρχιφύλακες αυτοί καλούνται να υποβάλουν υποχρεωτικά δήλωση προτίμησης όλων των ανωτέρω Υπηρεσιών, μετατίθενται δε σ' αυτές με βάση τη σειρά προτεραιότητας του άρθρου 3 του παρόντος και τη σειρά προτίμησης. Δεν επιτρέπεται να καθορισθούν θέσεις προς πλήρωση σε Υπηρεσίες για τις οποίες δεν είχαν καθορισθεί θέσεις προς κάλυψη κατά τις τακτικές μεταθέσεις του ιδίου έτους. Οι μεταθέσεις κοινοποιούνται με διαταγή του Προϊσταμένου Κλάδου Διοικητικής Υποστήριξης και Ανθρώπινου Δυναμικού μέχρι τέλους Ιουλίου. Οι μετατιθέμενοι στις Γ.Α.Δ. Αττικής ή Θεσσαλονίκης κατανέμονται από το οικείο Συμβούλιο Μεταθέσεων στις Διευθύνσεις δικαιοδοσίας τους. Η περαιτέρω τοποθέτηση στις επιμέρους Υπηρεσίες των Διευθύνσεων γίνεται από το οικείο Συμβούλιο Μεταθέσεων με υπηρεσιακά και κοινωνικά κριτήρια και η χορήγηση του Φύλλου Πορείας πραγματοποιείται μέχρι την 31η Αυγούστου. Για την παρούσα μετάθεση λαμβάνονται υπόψη τα μόρια που συγκεντρώνονται με βάση τα κριτήρια των εδαφίων β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος διατάγματος, καθώς και τα μόρια με βάση τη σειρά επιτυχίας κατά τις προαγωγικές εξετάσεις, ως εξής:
(1) Από 1 - 10% των επιτυχόντων 10 μόρια.
(2) Από 11 - 20% « 9 μόρια.
(3) Από 21 - 30% « 8 μόρια.
(4) Από 31 - 40% « 7 μόρια.
(5) Από 41 - 50% « 6 μόρια.
(6) Από 51 - 60% « 5 μόρια.
(7) Από 61 - 70% « 4 μόρια.
(8) Από 71 - 80% « 3 μόρια.
(9) Από 81 - 90% « 2 μόρια.
(10) Από 91 -100% « 1 μόριο».
3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 15 του Π.δ. 100/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι νεοπροαγόμενοι Αρχιφύλακες που ασκούν καθήκοντα πυροτεχνουργών, συνοδών σκύλων και εκγυμναστών αυτών και προγραμματιστών αναλυτών χειριστών μηχανών εισαγωγής στοιχείων και χειριστών του κεντρικού συστήματος Η/Υ της Δ/νσης Πληροφορικής του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, επικεφαλείς χειριστών περιφερειακών συστημάτων (TOP USERS), οι υπηρετούντες στη Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, εφόσον είναι κάτοχοι πτυχίων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με αντικείμενο συναφές προς εκείνο της Υπηρεσίας αυτής, στην Ειδική Κατασταλτική Αντιτρομοκρατική Μονάδα (Ε.Κ.Α.Μ.), στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων, καθώς και όσοι υπηρετούν στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών και ασκούν εξειδικευμένα καθήκοντα ή εργαστηριακές εξετάσεις ή έχουν υποστεί ειδικές εκπαιδεύσεις και είναι κάτοχοι πτυχίων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με αντικείμενο συναφές προς εκείνο της Υπηρεσίας αυτής, παραμένουν στις Υπηρεσίες τους, εφόσον υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις και σχετική πρόταση των Υπηρεσιών τους. Επίσης παραμένουν στην ίδια περιοχή μετάθεσης, ανεξαρτήτως ύπαρξης κενών οργανικών θέσεων, οι πολύτεκνοι, οι έχοντες μέλος της ιδίας οικογένειας με αναπηρία 67% τουλάχιστον ή με αναπηρία Α.Μ.Ε.Α., οι έχοντες τρία τέκνα, καθώς και όσοι εμπίπτουν στις περιπτώσεις του εδαφίου ιδ' παρ. 1 άρθρου 17 του παρόντος διατάγματος, καθώς και εκείνοι που μετατέθηκαν με αντικειμενικά κριτήρια στον τόπο συμφερόντων τους και όσοι τοποθετήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του παρόντος διατάγματος».
Άρθρο 10
1.Η περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 9 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Σε περίπτωση θανάτου συζύγου ή τέκνου ή πάθησης από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην υπ'αριθμ. Υ1/Γ.Π./οικ.16884 από 12102001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β'1386), όπως ισχύει, του αστυνομικού ή μέλους της ίδιας οικογένειάς του, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου στην Υπηρεσία του και έκδοση σχετικής γνωμάτευσης από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) της Ελληνικής Αστυνομίας.
Με την αίτηση συνυποβάλλονται: α) αντίγραφο του ατομικού δελτίου ασθενειών, εφόσον η πάθηση αφορά τον ίδιο, β) πλήρες ιστορικό της νόσου από τον θεράποντα ιατρό, γ) αντίγραφο των σχετικών προς την επικαλούμενη πάθηση εντολών υγειονομικής περίθαλψης και συνταγογραφούμενων φαρμάκων, από τα ατομικά βιβλιάρια νοσηλείας και συνταγολογίου, δ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου, ειδικού επί της παθήσεως και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την πάθηση, όπως εξιτήριο Νοσοκομείου ή Κλινικής, γνωματεύσεις Υγειονομικών Επιτροπών ή άλλων ειδικών επί της παθήσεως ιατρών, αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων κ.λπ., προς διευκόλυνση του ιδίου και των αρμοδίων Υπηρεσιών και ε) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου του τόπου για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος, στην οποία να αναφέρεται ότι ο έχων την περιγραφόμενη πάθηση θα δύναται να παρακολουθείται για το πρόβλημά του στον τόπο αυτό ή προσκόμιση αντίστοιχης γνωμάτευσης ιατρού, ειδικού επί της παθήσεως, του τόπου για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος.
Η Υπηρεσία του ενδιαφερομένου υποβάλλει την αίτηση και τα συνημμένα δικαιολογητικά στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και αυτή στη συνέχεια παραπέμπει τον πάσχοντα αστυνομικό ή το πάσχον μέλος της ιδίας οικογένειάς του ενώπιον της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής, διαβιβάζοντας σ' αυτή όλη τη σχετική αλληλογραφία. Η αυτοπρόσωπη παρουσίαση στην Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του πάσχοντος μέλους της ιδίας οικογένειας του αστυνομικού δεν απαιτείται σε περίπτωση που συντρέχουν σοβαροί λόγοι αδυναμίας μετακίνησής του, που προκύπτουν από γνωμάτευση του εκτελούντος χρέη υπηρεσιακού ιατρού στον τόπο διαμονής του ενδιαφερομένου.
Η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή στη συνέχεια εξετάζει τους παραπεμπόμενους και γνωματεύει σχετικά. Σε περίπτωση που η γνωμάτευσή της αφορά αστυνομικό που πάσχει από δυσίατο νόσημα προχωρεί σε κρίση της σωματικής του ικανότητας, από υγειονομικής πλευράς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Στην ίδια γνωμάτευσή της η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή θα αποφαίνεται: α) αν πληρούνται οι προϋποθέσεις επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης του έχοντος το δυσίατο νόσημα αιτούντος αστυνομικού ή μέλους της ιδίας οικογένειάς του στον τόπο για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος και β) αν η κατάστασή του επιτρέπει την ασφαλή μετακίνησή του».
2.Η περίπτωση ια' της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 9 του Π.δ. 85/2011, τροποποιείται ως εξής:
«ια. Ύστερα από αίτηση αμοιβαίας μετάθεσης, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενοι υπηρετούν σε Υπηρεσίες της αυτής περιοχής μετάθεσης. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η υποβολή αίτησης αμοιβαίας μετάθεσης για άλλη περιοχή μετάθεσης, για τους αστυνομικούς μέχρι το βαθμό του Αστυνόμου Β'. Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να υποβάλει αίτημα αμοιβαίας μετάθεσης με τον πρώτο επιλαχόντα των πινάκων των τακτικών μεταθέσεων του τρέχοντος έτους της αντίστοιχης περιοχής στην οποία επιθυμεί να μετατεθεί. Σε περίπτωση μη επιθυμίας του πρώτου επιλαχόντα, με μέριμνα του ενδιαφερομένου θα κινείται η ίδια διαδικασία με τον δεύτερο επιλαχόντα και ούτω καθεξής.
Η μη δήλωση επιθυμίας των επιλαχόντων, θα προκύπτει από υπεύθυνη δήλωσή τους, την οποία θα προσκομίζει μαζί με το αίτημα αμοιβαίας μετάθεσης ο ενδιαφερόμενος. Δε γίνεται δεκτή η αίτηση για αμοιβαία μετάθεση των νεοεξερχομένων των Σχολών και νεοπροαχθέντων αρχιφυλάκων, πριν την παρέλευση τριετίας από την τοποθέτηση ή μετάθεσή τους αντίστοιχα. Οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 12 του παρόντος έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή. Οι αμοιβαίες μεταθέσεις ενεργούνται μεταξύ κατεχόντων ίδια οργανική θέση».
3.Η περίπτωση ιδ' της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Π.δ. 100/2003, αντικαθίσταται ως εξής:
«ιδ. Για λόγους συνυπηρέτησης με σύζυγο δικαστικό λειτουργό, συνοριακό φύλακα ή ειδικό φρουρό ή στρατιωτικό ή αστυνομικό ή λιμενικό ή πυροσβεστικό υπάλληλο. Στις τέσσερις τελευταίες περιπτώσεις, ο κατά βαθμό κατώτερος ακολουθεί τον ανώτερο. Στην περίπτωση συνυπηρέτησης με σύζυγο αστυνομικό και εφόσον οι υπηρεσιακές ανάγκες το επιτρέπουν, μέχρι το βαθμό του Ανθυπαστυνόμου δύναται να μην ισχύει ο προαναφερόμενος περιορισμός. Επιπλέον, για συνυπηρέτηση αστυνομικού με σύζυγο Ειδικό Φρουρό επιτρέπεται μετάθεση μέχρι και το βαθμό του Ανθυπαστυνόμου.
Εάν παύσουν να υφίστανται οι λόγοι για τους οποίους πραγματοποιήθηκε η μετάθεση, πριν την παρέλευση πενταετίας από την εκτέλεση αυτής και εφόσον δεν έχει αποκτηθεί από το γάμο αυτό τέκνο, ο αστυνομικός μετατίθεται υποχρεωτικά σε Υπηρεσία της περιοχής μετάθεσης από την οποία είχε μετατεθεί για λόγους συνυπηρέτησης. Η ενημέρωση της Υπηρεσίας για έλλειψη των λόγων συνιστά υποχρέωση του ιδίου του αστυνομικού ο οποίος οφείλει να υποβάλει άμεσα σχετική αναφορά. Η παράλειψη της υποχρέωσης αυτής συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα».
4.Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 9 του Π.δ. 85/2011, προστίθεται περίπτωση κγ' ως εξής:
«κγ. Σε περίπτωση θανάτου γονέα ή αδελφού, ο οποίος υπηρετούσε στην Ελληνική Αστυνομία και τραυματίστηκε θανάσιμα κατά την εκτέλεση του καθήκοντος».
Άρθρο 11
1.Η περίπτωση θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Π.δ. 100/2003, αντικαθίσταται ως εξής:
«θ. Για τη διευκόλυνση των καθηκόντων του Προέδρου και του Γραμματέα των Δευτεροβαθμίων Συνδικαλιστικών Οργανώσεων καθώς και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου τα οποία κατέχουν θέση στο Προεδρείο ή στην Εκτελεστική Γραμματεία των ως άνω οργανώσεων, ύστερα από αίτησή τους, εφόσον υπηρετούν σε Υπηρεσία που εδρεύει εκτός της περιοχής μετάθεσης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής. Στην περίπτωση αυτή, οι μεν Πρόεδροι και Γραμματείς αποσπώνται στη Διεύθυνση Εσωτερικών Λειτουργιών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, οι δε λοιποί αποσπώνται σε Υπηρεσίες που εδρεύουν στην περιοχή μετάθεσης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, κατόπιν αιτιολογημένης πρότασης των ως άνω οργανώσεων και για το χρονικό διάστημα που χρειάζεται για την άσκηση των καθηκόντων τους κατά τη διάρκεια της θητείας τους».
2.Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Π.δ. 100/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 11 του Π.δ. 85/2011 και την παράγραφο 3 του άρθρου 1 του Π.δ. 132/2011, προστίθενται περιπτώσεις ιε; ιστ' και ιζ' ως εξής:
«ιε. Σε περίπτωση διορισμού ως δικαστικού συμπαραστάτη από το αρμόδιο δικαστήριο σε γονείς ή αδέλφια που πάσχουν από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην υπ'αριθμ. Υ1/Γ.Π./οικ.16884 από 12102001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β'1386), όπως ισχύει, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου στην Υπηρεσία του και έκδοση σχετικής γνωμάτευσης από την Ανωτάτη Υγειονομική Επιτροπή της Ελληνικής Αστυνομίας. Με την αίτηση συνυποβάλλονται α) πλήρες ιστορικό της νόσου από τον θεράποντα ιατρό, β) αντίγραφο των σχετικών προς την επικαλούμενη πάθηση εντολών υγειονομικής περίθαλψης και συνταγογραφούμενων φαρμάκων, από τα ατομικά βιβλιάρια νοσηλείας και συνταγολογίου, γ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου, ειδικού επί της παθήσεως και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την πάθηση, όπως εξιτήριο Νοσοκομείου ή Κλινικής, γνωματεύσεις Υγειονομικών Επιτροπών ή άλλων ειδικών επί της παθήσεως ιατρών, αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων κ.λπ., προς διευκόλυνση του ιδίου και των αρμοδίων Υπηρεσιών και δ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου του τόπου για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος, στην οποία να αναφέρεται ότι ο έχων την περιγραφόμενη πάθηση θα δύναται να παρακολουθείται για το πρόβλημά του στον τόπο αυτό ή προσκόμιση αντίστοιχης γνωμάτευσης ιατρού, ειδικού επί της παθήσεως, του τόπου για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος.
Η Υπηρεσία του ενδιαφερομένου υποβάλλει την αίτηση και τα συνημμένα δικαιολογητικά στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και αυτή στη συνέχεια παραπέμπει το πάσχον μέλος της οικογένείας του ενώπιον της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής, διαβιβάζοντας σ' αυτή όλη τη σχετική αλληλογραφία. Η αυτοπρόσωπη παρουσίαση στην Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του πάσχοντος μέλους της οικογένειάς του αστυνομικού δεν απαιτείται σε περίπτωση που συντρέχουν σοβαροί λόγοι αδυναμίας μετακίνησής του, που προκύπτουν από γνωμάτευση του εκτελούντος χρέη υπηρεσιακού ιατρού στον τόπο διαμονής του ενδιαφερομένου.
Η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή στη συνέχεια εξετάζει τους παραπεμπόμενους και γνωματεύει σχετικά. Στην ίδια γνωμάτευση, η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή αποφαίνεται αν πληρούνται οι προϋποθέσεις επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης του έχοντος το δυσίατο νόσημα μέλους της οικογένειας του αστυνομικού στον τόπο για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος. Η διάρκεια της απόσπασης είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κατ' έτος εφόσον ο αστυνομικός αποδεικνύει ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις οποίες αρχικά χορηγήθηκε. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του και δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης.
ιστ. Σε περίπτωση διάζευξης αστυνομικού και στον οποίο έχει ανατεθεί η επιμέλεια του ανήλικου τέκνου του. Η διάρκεια της απόσπασης είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κατ' έτος εφόσον ο αστυνομικός αποδεικνύει ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις οποίες αρχικά χορηγήθηκε, υποβάλοντας πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο. Η ενημέρωση της Υπηρεσίας για τυχόν μεταβολή της οικογενειακής κατάστασης συνιστά υποχρέωση του ίδιου του αστυνομικού ο οποίος οφείλει να υποβάλει άμεσα σχετική αναφορά. Η παράλειψη της υποχρέωσης αυτής συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του και δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης.
ιζ. Για τους νεοεξερχόμενους Αστυφύλακες και Υπαστυνόμους Β' από τη Σχολή Αξιωματικών, καθώς και για τους νεοπροαχθέντες Αρχιφύλακες, σε Αστυνομικά Τμήματα των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, Ορεστιάδας, Λέσβου, Σάμου, Χίου, Α' Δωδεκανήσου και Β' Δωδεκανήσου, μετά την παρέλευση ενός (1) έτους από την τοποθέτηση ή μετάθεσή τους αντίστοιχα. Επίσης, οι νεοεξερχόμενοι Υπαστυνόμοι Β' από τη Σχολή Αξιωματικών δύνανται να αποσπούνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 19 παρ. 2 περίπτ. βί σε Αστυνομικά Τμήματα ή Αστυνομικούς Σταθμούς της αυτής περιοχής μετάθεσης, μετά την παρέλευση ενός (1) έτους από την τοποθέτησή τους, εφόσον δεν είναι δυνατή η απόσπαση έτερου Αξιωματικού για την αναπλήρωση κωλυομένου Υπαστυνόμου που διοικεί αυτοτελή Υπηρεσία».
Άρθρο 12
Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του Π.δ. 100/2003, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Δύναται να ανανεωθεί για ακόμη δύο (2) μήνες, χωρίς τη συναίνεση του μετακινούμενου. Δεν επιτρέπεται νέα προσωρινή μετακίνηση εφόσον έχει συμπληρωθεί το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο και δεν έχει παρέλθει έτος από τη λήξη της προηγούμενης προσωρινής μετακίνησης. Δυνατότητα περαιτέρω ανανέωσής της χωρίς τις προαναφερόμενες χρονικές προϋποθέσεις, θα υφίσταται μόνο με τη συναίνεση του μετακινούμενου».
Άρθρο 13
Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του Π.δ. 100/2003, όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του Π.δ. 85/2011, αντικαθίσταται ως εξής: «α. Από την προκήρυξη των εκλογών (Ευρωεκλογές Βουλευτικές Νομαρχιακές Δημοτικές) ή δημοψηφίσματος και μέχρι την πέμπτη ημέρα από την ημερομηνία διεξαγωγής της ψηφοφορίας».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Τροποποίηση διατάξεων του Π.δ. 211/2005 «Τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετακινήσεις συνοριακών φυλάκων και ειδικών φρουρών» (Α' 254)
Άρθρο 14
1.Οι περιπτώσεις α, β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίστανται ως εξής:
«α. Του τόπου γέννησης του ιδίου ή του συζύγου του ή του πλησιέστερου προς αυτόν τόπου της αυτής περιοχής μετάθεσης,
β. Του τόπου στον οποίο υπηρετεί ο ίδιος και
γ. Του τόπου στον οποίο έχει ιδιόκτητη κατοικία ο ίδιος, ο/η σύζυγός του ή οι γονείς του ιδίου».
2.Στο άρθρο 2 του Π.δ. 211/2005 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Ως δυσίατα νοσήματα θεωρούνται οι νοσηρές καταστάσεις και τα νοσήματα, που απαιτούν μακροχρόνια νοσηλεία ή θεραπεία, προσβάλλουν ένα ή περισσότερα όργανα και χαρακτηρίζονται από εξάρσεις ή υφέσεις».
Άρθρο 15
1.Η υποπερίπτωση (4) της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«(4) Οι έγγαμοι ειδικοί φρουροί για κάθε πλήρες έτος μετάθεσης μακράν του τόπου κατοικίας του/της συζύγου του/της λόγω εργασίας ή ασκήσεως επαγγέλματος, που πιστοποιείται με βεβαίωση του αρμοδίου ασφαλιστικού φορέα και βεβαίωση διαμονής του οικείου Δήμου, εφόσον ο τόπος αυτός ανήκει σε άλλη περιοχή μετάθεσης και απέχει τουλάχιστον τριάντα (30) χιλιόμετρα από την έδρα της Υπηρεσίας τους και υποβάλλουν κατ' έτος αίτηση μετάθεσης για τον τόπο αυτό, λαμβάνουν ένα (1) μόριο για απόσταση από 30 έως 200 χλμ, τρία (3) μόρια για απόσταση από 201 έως 400 χλμ και πέντε (5) μόρια για απόσταση πέραν των 401 χλμ. Η υποβολή αίτησης για τον ως άνω σκοπό επιτρέπεται και στην περίπτωση που δεν έχουν προκηρυχθεί προς κάλυψη κενές θέσεις της κατηγορίας τους για τη συγκεκριμένη περιοχή μετάθεσης ανεξαρτήτως αν συντρέχουν οι χρονικές προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 12».
2.Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 211/2005, προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Ο χρόνος απόσπασης μετακίνησης ειδικού φρουρού με αίτησή του στον τόπο συμφερόντων του, εξαιρουμένων των αποσπάσεων μετακινήσεων που διατάσσονται για ενίσχυση αστυνομικών Υπηρεσιών αεροδρομίων και αστυνομικών Υπηρεσιών σε περιοχές αυξημένου τουριστικού ενδιαφέροντος, λογίζεται για το διάστημα αυτό, ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται για τους ειδικούς φρουρούς που αποσπώνται ή μετακινούνται σε Υπηρεσίες των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, Ορεστιάδας, Λέσβου, Σάμου, Χίου, Α' Δωδεκανήσου και Β' Δωδεκανήσου. Επίσης, δεν εφαρμόζεται για τους ειδικούς φρουρούς που αποσπώνται ή μετακινούνται για τη διαχείριση μεταναστευτικών ροών καθώς και για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων, έκτακτων και απρόβλεπτων φυσικών καταστροφών ευρείας κλίμακας, όταν η ενίσχυση διενεργείται κατόπιν πρωτοβουλίας της Υπηρεσίας».
3.Η παράγραφος 4 του άρθρου 3 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Στη σειρά προτεραιότητας για τις μεταθέσεις με αντικειμενικά κριτήρια (μόρια) προηγούνται οι ειδικοί φρουροί που έχουν στην περιοχή, για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
4.Η παράγραφος 5 του άρθρου 3 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Τα μόρια που λαμβάνει ο ειδικός φρουρός λόγω αποστάσεως από τον τόπο συμφερόντων του ή τον τόπο κατοικίας λόγω εργασίας ή ασκήσεως επαγγέλματος της συζύγου του διαγράφονται μετά την κοινοποίηση της διαταγής μετάθεσής του στην περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων του, καθώς και μετά την τυχόν ακύρωση της μετάθεσής του σε οποιαδήποτε περιοχή μετάθεσης. Μετά την ακύρωση της μετάθεσης, τα ανωτέρω τυχόν δικαιούμενα μόρια, προσμετρούνται από την 1η Σεπτεμβρίου του έτους ακύρωσης της μετάθεσης».
Άρθρο 16
1.Η παράγραφος 3 του άρθρου 4 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η υποβολή δήλωσης αλλαγής τόπου συμφερόντων μεταβάλει τον αριθμό μορίων που συγκεντρώθηκαν με βάση τον προηγούμενο τόπο συμφερόντων. Τα μόρια που αναλογούν σε κάθε ενδιαφερόμενο υπολογίζονται σύμφωνα με το νέο τόπο συμφερόντων, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 3».
2.Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Η Σχολή Αστυφυλάκων, κοινοποιεί στους συνοριακούς φύλακες, ένα μήνα πριν την αποφοίτησή τους, την απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας περί κατανομής των οργανικών θέσεων της κατηγορίας τους και τους καλεί να υποβάλουν αιτήσεις στις οποίες δηλώνουν υποχρεωτικά όλες τις Υπηρεσίες που αναφέρονται στην απόφαση, κατά σειρά προτίμησής τους. Όσοι υπάγονται στην κατηγορία της παραγράφου 6, υποβάλλουν και αντίγραφα των σχετικών πιστοποιητικών. Οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας τουλάχιστον 15 ημέρες πριν την αποφοίτησή τους».
3.Η παράγραφος 5 του άρθρου 6 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Στις τοποθετήσεις που αφορούν την παράγραφο
2του παρόντος άρθρου προηγούνται οι συνοριακοί φύλακες που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
Άρθρο 17
1.Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του Π.δ. 211/2005, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 1του Π.δ. 161/2008 (Α'221), αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας καθορίζεται ο αριθμός των κενών οργανικών θέσεων που, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες, θα πληρωθούν από τους αποφοιτούντες ειδικούς φρουρούς, κατά Διεύθυνση Αστυνομίας ή ισότιμη Υπηρεσία. Η απόφαση αυτή κοινοποιείται ένα μήνα τουλάχιστον πριν από την αποφοίτησή τους στις Διευθύνσεις Αστυνομίας ή ισότιμες Υπηρεσίες στις οποίες θα τοποθετηθούν και στη Σχολή Αστυφυλάκων. Οι Υπηρεσίες αυτές οφείλουν, μέσα σε 10 ημέρες από την κοινοποίηση, να αναφέρουν στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας τις συγκεκριμένες Υπηρεσίες δικαιοδοσίας τους που θα τοποθετήσουν τους ειδικούς φρουρούς που κατανέμονται με την απόφαση του Αρχηγού. Η Σχολή Αστυφυλάκων κοινοποιεί αμέσως την απόφαση αυτή στους ειδικούς φρουρούς, οι οποίοι δηλώνουν υποχρεωτικά με αίτησή τους όλες τις Υπηρεσίες που αναφέρονται σ' αυτή, κατά σειρά προτίμησής τους, με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας τουλάχιστον 15 ημέρες πριν την αποφοίτησή τους».
2.Η παράγραφος 4 του άρθρου 7 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Στις τοποθετήσεις προηγούνται οι ειδικοί φρουροί που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
Άρθρο 18
Η παράγραφος 2 του άρθρου 8 του Π.δ. 211/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι μετατασσόμενοι σε υπηρεσία γραφείου τοποθετούνται με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, αποκλειστικά για την άσκηση καθηκόντων διοικητικής υποστήριξης.
Όσοι από τους μετατασσόμενους σε υπηρεσία γραφείου τοποθετήθηκαν σε άλλη περιοχή μετάθεσης κατ' εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου και στη συνέχεια επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, τοποθετούνται υποχρεωτικά σε υπηρεσία της ίδιας περιοχής μετάθεσης στην οποία υπηρετούσαν κατά το χρόνο μετάταξής τους σε υπηρεσία γραφείου».
Άρθρο 19
Η παράγραφος 3 του άρθρου 11 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι αιτήσεις για μεταθέσεις εντός της ίδιας περιοχής μετάθεσης υποβάλλονται το πρώτο 15νθήμερο του Μαΐου. Οι μεταθέσεις διατάσσονται το δεύτερο 15νθήμερο του Ιουλίου και πραγματοποιούνται μέχρι 31 Αυγούστου κάθε έτους. Στη σειρά προτεραιότητας προηγούνται οι συνοριακοί φύλακες που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
Άρθρο 20
1.Η παράγραφος 6 του άρθρου 12 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Στη σειρά προτεραιότητας προηγούνται οι ειδικοί φρουροί που έχουν στην περιοχή για την οποία ζητούν μετάθεση, τον τόπο συμφερόντων τους».
2.Η παράγραφος 8 του άρθρου 12 του Π.δ. 211/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Οι ειδικοί φρουροί, δύνανται να υποβάλουν αιτήσεις μετάθεσης με αντικειμενικά κριτήρια (μόρια), ακόμα και όταν δεν έχουν προκηρυχθεί κενές, προς κάλυψη, θέσεις της κατηγορίας τους, για την περιοχή μετάθεσης του τόπου συμφερόντων τους, ανεξάρτητα εάν έχουν την προϋπόθεση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, εφόσον υπάγονται στις ακόλουθες κατηγορίες:
α. πολύτεκνοι
β. έχοντες μέλος της ιδίας οικογένειας με αναπηρία 67% τουλάχιστον ή με αναπηρία Α.ΜΕ.Α.
γ. έχοντες τρία (3) τέκνα.
Επί των αιτήσεων αυτών αποφαίνεται το αρμόδιο όργανο, βάσει κοινωνικών και υπηρεσιακών κριτηρίων. Οι αιτούντες ειδικοί φρουροί δύνανται να μετατεθούν κάνοντας χρήση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου μόνο μία φορά».
3.Η παράγραφος 9 του άρθρου 12 του Π.δ. 211/2005, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Π.δ. 166/2007 και τροποποιήθηκε με την παράγραφο
2του άρθρου 1 του Π.δ. 36/2011 (Α' 95), αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Το Γ' δεκαήμερο του μηνός Σεπτεμβρίου κάθε έτους, ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, εκτιμώντας τις υπηρεσιακές ανάγκες, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί από τις τελευταίες τακτικές μεταθέσεις καταρτίζει αριθμητικούς πίνακες κατά Διεύθυνση Αστυνομίας ή άλλη εξομοιούμενη με αυτή Υπηρεσία κενών οργανικών θέσεων σε ειδικούς φρουρούς που πρέπει να πληρωθούν κατά το Γ' δεκαήμερο του μηνός Οκτωβρίου, λαμβάνοντας υπόψη και τις αιτήσεις ακυρώσεως που προέκυψαν από τις τακτικές μεταθέσεις. Οι θέσεις θα καλύπτονται από ειδικούς φρουρούς που ζητούσαν μετάθεση για τις Υπηρεσίες αυτές και μνημονεύονται στους πίνακες των τακτικών μεταθέσεων».
4.Στο τέλος του άρθρου 12 του Π.δ. 211/2005, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 1 του Π.δ. 161/2008, τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1 του Π.δ. 166/2007 και την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Π.δ. 36/2011, προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής:
«10. Ειδικοί φρουροί που μετατίθενται για λόγους πειθαρχίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13, δεν επιτρέπεται για οποιοδήποτε λόγο να μετατεθούν εκ νέου σε Υπηρεσίες της περιοχής από την οποία μετατέθηκαν πριν την παρέλευση δεκαετίας».
Άρθρο 21
1.Η περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«γ. Όταν υποβαθμίζεται ή καταργείται Υπηρεσία ή ιδρύεται νέα. Στην τελευταία περίπτωση και εφόσον στη νέα Υπηρεσία μετατίθεται προσωπικό από άλλη περιοχή μετάθεσης, αυτό προέρχεται από τους οικείους πίνακες τακτικών μεταθέσεων κατά σειρά προτεραιότητας. Σε περίπτωση που οι θέσεις δεν καλύπτονται από τους παραπάνω πίνακες καλούνται οι ενδιαφερόμενοι να υποβάλλουν σχετική αίτηση, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των διατάξεων των άρθρων 11 και 12 του παρόντος διατάγματος».
2.Η περίπτωση ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. Σε περίπτωση θανάτου συζύγου ή τέκνου ή πάθησης από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην υπ'αριθμ. Υ1/Γ.Π./οικ.16884 από 12.10.2001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β'1386), όπως ισχύει, του ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα ή μέλους της ίδιας οικογένειάς του, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου στην Υπηρεσία του και έκδοση σχετικής γνωμάτευσης από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) της Ελληνικής Αστυνομίας.
Με την αίτηση συνυποβάλλονται: α) αντίγραφο του ατομικού δελτίου ασθενειών, εφόσον η πάθηση αφορά τον ίδιο, β) πλήρες ιστορικό της νόσου από τον θεράποντα ιατρό, γ) αντίγραφο των σχετικών προς την επικαλούμενη πάθηση εντολών υγειονομικής περίθαλψης και συνταγογραφούμενων φαρμάκων, από τα ατομικά βιβλιάρια νοσηλείας και συνταγολογίου, δ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου, ειδικού επί της παθήσεως και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την πάθηση, όπως εξιτήριο Νοσοκομείου ή Κλινικής, γνωματεύσεις Υγειονομικών Επιτροπών ή άλλων ειδικών επί της παθήσεως ιατρών, αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων κ.λπ., προς διευκόλυνση του ιδίου και των αρμοδίων Υπηρεσιών και ε) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου του τόπου για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος, στην οποία να αναφέρεται ότι ο έχων την περιγραφόμενη πάθηση θα δύναται να παρακολουθείται για το πρόβλημά του στον τόπο αυτό ή προσκόμιση αντίστοιχης γνωμάτευσης ιατρού, ειδικού επί της παθήσεως, του τόπου για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος.
Η Υπηρεσία του ενδιαφερομένου υποβάλλει την αίτηση και τα συνημμένα δικαιολογητικά στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και αυτή στη συνέχεια παραπέμπει τον πάσχοντα ειδικό φρουρό ή συνοριακό φύλακα ή το πάσχον μέλος της ιδίας οικογένειάς του ενώπιον της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής, διαβιβάζοντας σ' αυτή όλη τη σχετική αλληλογραφία. Η αυτοπρόσωπη παρουσίαση στην Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του πάσχοντος μέλους της ιδίας οικογένειας του ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα δεν απαιτείται σε περίπτωση που συντρέχουν σοβαροί λόγοι αδυναμίας μετακίνησής του, που προκύπτουν από γνωμάτευση του εκτελούντος χρέη υπηρεσιακού ιατρού στον τόπο διαμονής του ενδιαφερομένου.
Η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή στη συνέχεια εξετάζει τους παραπεμπόμενους και γνωματεύει σχετικά. Σε περίπτωση που η γνωμάτευσή της αφορά ειδικό φρουρό ή συνοριακό φύλακα που πάσχει από δυσίατο νόσημα προχωρεί σε κρίση της σωματικής του ικανότητας, από υγειονομικής πλευράς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Στην ίδια γνωμάτευσή της η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή θα αποφαίνεται: α) αν πληρούνται οι προϋποθέσεις επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης του έχοντος το δυσίατο νόσημα αιτούντος ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα ή μέλους της ιδίας οικογένειάς του στον τόπο για τον οποίο επιθυμεί έκτακτη μετάθεση ο ενδιαφερόμενος και β) αν η κατάστασή του επιτρέπει την ασφαλή μετακίνησή του».
3.Η περίπτωση στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«στ. Ύστερα από αίτηση αμοιβαίας μετάθεσης, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενοι υπηρετούν σε Υπηρεσίες της αυτής περιοχής μετάθεσης. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η υποβολή αίτησης αμοιβαίας μετάθεσης για άλλη περιοχή μετάθεσης. Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να υποβάλει αίτημα αμοιβαίας μετάθεσης με τον πρώτο επιλαχόντα των πινάκων των τακτικών μεταθέσεων του τρέχοντος έτους της αντίστοιχης περιοχής στην οποία επιθυμεί να μετατεθεί. Σε περίπτωση μη επιθυμίας του πρώτου επιλαχόντα, με μέριμνα του ενδιαφερομένου θα κινείται η ίδια διαδικασία με τον δεύτερο επιλαχόντα και ούτω καθεξής. Η μη δήλωση επιθυμίας των επιλαχόντων, θα προκύπτει από υπεύθυνη δήλωσή τους, την οποία θα προσκομίζει μαζί με το αίτημα αμοιβαίας μετάθεσης ο ενδιαφερόμενος. Οι διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 12 του παρόντος έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή».
4.Η περίπτωση ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«ζ. Για λόγους συνυπηρέτησης με σύζυγο αστυνομικό ή συνοριακό φύλακα ή ειδικό φρουρό ή πυροσβεστικό υπάλληλο ή στρατιωτικό ή λιμενικό ή δικαστικό λειτουργό. Σε περίπτωση που ο σύζυγος του συνοριακού φύλακα υπηρετεί σε περιοχή που δεν έχουν κατανεμηθεί οργανικές θέσεις της κατηγορίας του δύναται να υπηρετήσει στην πλησιέστερη Διεύθυνση Αστυνομίας, που υπάρχουν οργανικές θέσεις.
Εάν παύσουν να υφίστανται οι λόγοι για τους οποίους πραγματοποιήθηκε η μετάθεση, πριν την παρέλευση πενταετίας από την εκτέλεση αυτής και εφόσον δεν έχει αποκτηθεί από το γάμο αυτό τέκνο, ο ειδικός φρουρόςσυνοριακός φύλακας μετατίθεται υποχρεωτικά σε Υπηρεσία της περιοχής μετάθεσης από την οποία είχε μετατεθεί για λόγους συνυπηρέτησης. Η ενημέρωση της Υπηρεσίας για έλλειψη των λόγων συνιστά υποχρέωση του ιδίου του ειδικού φρουρού ο οποίος οφείλει να υποβάλει άμεσα σχετική αναφορά. Η παράλειψη της υποχρέωσης αυτής συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα».
5.Στην παράγραφο 1 του άρθρου 13 του Π.δ. 211/2005, προστίθεται περίπτωση η' ως εξής:
«η. Σε περίπτωση θανάτου γονέα ή αδελφού, ο οποίος υπηρετούσε στην Ελληνική Αστυνομία και τραυματίστηκε θανάσιμα κατά την εκτέλεση του καθήκοντος».
Άρθρο 22
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 15 του Π.δ. 211/2005 προστίθενται περιπτώσεις γί δί ε' και στ' ως εξής:
«γ. Για την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 93 του Ν.3852/2010 (Α' 87), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 του Ν.4071/2012 (Α' 85) και ισχύει. Καθ' όλη τη διάρκεια της απόσπασής τους λογίζεται ότι υπηρετούν στον τόπο συμφερόντων τους και ο χρόνος αυτός δεν θεμελιώνει δικαίωμα αίτησης μετάθεσης.
δ. Σε περίπτωση σπουδών σε Σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για την απόκτηση πρώτου πτυχίου. Η αίτηση απόσπασης ή ανανέωσης αυτής υποβάλλεται το πρώτο 15νθήμερο του μηνός Οκτωβρίου εκάστου έτους, για την περιοχή μετάθεσης, όπου εδρεύει η Σχολή και διαρκεί μέχρι 31 Οκτωβρίου του επόμενου έτους. Η απόσπαση αυτή ανανεώνεται για όσα χρόνια προβλέπεται φοίτηση στη Σχολή, συν δύο (2) έτη, εφόσον ο ειδικός φρουρόςσυνοριακός φύλακας προσκομίζει βεβαίωση της οικείας Σχολής από την οποία να προκύπτει ότι έλαβε προαγωγικό βαθμό σε ποσοστό τουλάχιστον 40% των μαθημάτων και των δύο εξαμήνων, στα οποία προστίθενται και τα τυχόν μεταφερόμενα από προηγούμενα εξάμηνα. Ο ειδικός φρουρόςσυνοριακός φύλακας στην περίπτωση αυτή λογίζεται, ότι υπηρετεί καθ' όλη τη διάρκεια της απόσπασής του στον τόπο συμφερόντων του. Ο χρόνος απόσπασής του δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση του δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης.
ε. Σε περίπτωση διορισμού ως δικαστικού συμπαραστάτη από το αρμόδιο δικαστήριο σε γονείς ή αδέλφια που πάσχουν από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην υπ'αριθμ. Υ1/Γ.Π./οικ.16884 από 12.10.2001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β'1386), όπως ισχύει, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου στην Υπηρεσία του και έκδοση σχετικής γνωμάτευσης από την Ανωτάτη Υγειονομική Επιτροπή της Ελληνικής Αστυνομίας. Με την αίτηση συνυποβάλλονται α) πλήρες ιστορικό της νόσου από τον θεράποντα ιατρό, β) αντίγραφο των σχετικών προς την επικαλούμενη πάθηση εντολών υγειονομικής περίθαλψης και συνταγογραφούμενων φαρμάκων, από τα ατομικά βιβλιάρια νοσηλείας και συνταγολογίου, γ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου, ειδικού επί της παθήσεως και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την πάθηση, όπως εξιτήριο Νοσοκομείου ή Κλινικής, γνωματεύσεις Υγειονομικών Επιτροπών ή άλλων ειδικών επί της παθήσεως ιατρών, αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων κ.λπ., προς διευκόλυνση του ιδίου και των αρμοδίων Υπηρεσιών και δ) γνωμάτευση Διευθυντή Κλινικής Κρατικού Νοσοκομείου του τόπου για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος, στην οποία να αναφέρεται ότι ο έχων την περιγραφόμενη πάθηση θα δύναται να παρακολουθείται για το πρόβλημά του στον τόπο αυτό ή προσκόμιση αντίστοιχης γνωμάτευσης ιατρού, ειδικού επί της παθήσεως, του τόπου για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος.
Η Υπηρεσία του ενδιαφερομένου υποβάλλει την αίτηση και τα συνημμένα δικαιολογητικά στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και αυτή στη συνέχεια παραπέμπει το πάσχον μέλος της οικογένείας του ενώπιον της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής, διαβιβάζοντας σ' αυτή όλη τη σχετική αλληλογραφία. Η αυτοπρόσωπη παρουσίαση στην Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του πάσχοντος μέλους της οικογένειάς του ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα δεν απαιτείται σε περίπτωση που συντρέχουν σοβαροί λόγοι αδυναμίας μετακίνησής του, που προκύπτουν από γνωμάτευση του εκτελούντος χρέη υπηρεσιακού ιατρού στον τόπο διαμονής του ενδιαφερομένου.
Η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή στη συνέχεια εξετάζει τους παραπεμπόμενους και γνωματεύει σχετικά. Στην ίδια γνωμάτευση, η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή αποφαίνεται αν πληρούνται οι προϋποθέσεις επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης του έχοντος το δυσίατο νόσημα μέλους της οικογένειας του ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα στον τόπο για τον οποίο επιθυμεί απόσπαση ο ενδιαφερόμενος. Η διάρκεια της απόσπασης είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κατ' έτος εφόσον ο ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας αποδεικνύει ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις οποίες αρχικά χορηγήθηκε. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του και δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης.
στ. Σε περίπτωση διάζευξης και ανάθεσης επιμέλειας ανήλικου τέκνου. Η διάρκεια της απόσπασης είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κατ' έτος εφόσον ο ενδιαφερόμενος αποδεικνύει ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις οποίες αρχικά χορηγήθηκε, υποβάλλοντας πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο. Η ενημέρωση της Υπηρεσίας για τυχόν μεταβολή της οικογενειακής κατάστασης συνιστά υποχρέωση του ίδιου του Ειδικού Φρουρού Συνοριακού Φύλακα ο οποίος οφείλει να υποβάλει άμεσα σχετική αναφορά. Η παράλειψη της υποχρέωσης αυτής συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται ως διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του και δεν προσμετρείται για τη θεμελίωση δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης».
Άρθρο 23
Στο τέλος του άρθρου 16 του Π.δ. 211/2005 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Δύναται να ανανεωθεί για ακόμη δύο (2) μήνες, χωρίς τη συναίνεση του μετακινούμενου. Δεν επιτρέπεται νέα προσωρινή μετακίνηση εφόσον έχει συμπληρωθεί το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο και δεν έχει παρέλθει έτος από τη λήξη της προηγούμενης προσωρινής μετακίνησης. Δυνατότητα περαιτέρω ανανέωσής της χωρίς τις προαναφερόμενες χρονικές προϋποθέσεις, θα υφίσταται μόνο με τη συναίνεση του μετακινούμενου».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Τροποποίηση Π.δ. 27/1986 «Άδειες Προσωπικού Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης του Υπουργείου Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης» (Α'11)
Άρθρο 24
1.Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 του Π.δ. 27/1986, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του Π.δ. 12/1994 (Α'10) και το άρθρο 2 του Π.δ. 66/2000 (Α'57), αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η άδεια μητρότητας των γυναικών αστυνομικών χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 52 του Ν. 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ». (Α'26). Στους άνδρες αστυνομικούς χορηγείται άδεια με αποδοχές, διάρκειας τριών (3) ημερών, σε περίπτωση γέννησης τέκνου τους, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη γέννηση. Στους αστυνομικούς που υιοθετούν τέκνο χορηγείται με τους ίδιους όρους η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 52 του Ν. 3528/2007 άδεια».
2.Η παράγραφος 5 του άρθρου 10 του Π.δ. 27/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Γονείς που έχουν ανήλικα τέκνα, τα οποία είναι μαθητές στοιχειώδους, μέσης, γενικής ή τεχνικής εκπαίδευσης δικαιούνται να απουσιάζουν ορισμένες ώρες ή ολόκληρη την ημέρα από την εργασία τους για να επισκεφθούν το σχολείο των παιδιών τους προς παρακολούθηση της σχολικής τους επίδοσης, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις που εφαρμόζονται για τους δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους».
3.Στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 10 του Π.δ. 27/1986, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1του Π.δ. 13/2007 (Α'9), προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Οι ενδιαφερόμενοι δύνανται να αιτηθούν αντί του μειωμένου ωραρίου, τη χορήγηση, ανά ημερολογιακό έτος και ανά περίπτωση πάσχοντος, άδειας απουσίας διάρκειας είκοσι (20) ημερών, με αποδοχές. Οι διευκολύνσεις της παρούσας παραγράφου χορηγούνται από τους αρμόδιους κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 14. Κατ' εξαίρεση, για το προσωπικό που αναφέρεται στις περιπτώσεις ηί ιε' και ιζ' του άρθρου 14, οι ως άνω διευκολύνσεις χορηγούνται από τους αρμόδιους για τη χορήγηση αδειών των περιπτώσεων ζ, ιδ' και ιστ' του ιδίου άρθρου, αντίστοιχα.
4.Στο άρθρο 10 του Π.δ. 27/1986 προστίθενται παράγραφοι 12, 13 και 14 ως εξής:
«12. Στις γυναίκες αστυνομικούς που υποβάλλονται σε διαδικασία ιατρικά υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, χορηγείται άδεια απουσίας μίας (1) ημέρας κατά την ημέρα της ωοληψίας και άδεια απουσίας δεκαπέντε (15) ημερών από την εμβρυομεταφορά, με αποδοχές. Στους άνδρες αστυνομικούς χορηγείται άδεια απουσίας μίας (1) ημέρας, κατά την ημέρα της ωοληψίας, καθώς και άδεια απουσίας μίας (1) ημέρας, κατά την ημέρα της εμβρυομεταφοράς της συζύγου του, με αποδοχές.
Αρμόδιοι για την έγκριση χορήγησης των προβλεπόμενων από την παρούσα παράγραφο αδειών είναι οι οριζόμενοι στο άρθρο 14 και για τη χορήγηση τους απαιτείται η προσκόμιση σχετικών αποδεικτικών στοιχείων του δημόσιου ή ιδιωτικού κέντρου πραγματοποίησης της διαδικασίας ιατρικά υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
13.Στο αστυνομικό προσωπικό χορηγείται άδεια, με αποδοχές, διάρκειας πέντε (5) ημερών σε περίπτωση θανάτου συζύγου ή συγγενούς έως και β' βαθμού εξ αίματος ή έως και α' βαθμού εξ αγχιστείας, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επέλευση του θανάτου.
Αρμόδιοι για την έγκριση χορήγησης της προβλεπόμενης από την παρούσα παράγραφο άδειας είναι οι οριζόμενοι στο άρθρο 14 και για τη χορήγησή της απαιτείται η προσκόμιση σχετικών αποδεικτικών στοιχείων.
14.Το αστυνομικό προσωπικό που πάσχει από νόσημα, το οποίο απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή χρήζει περιοδικής νοσηλείας χορηγείται ειδική άδεια απουσίας με αποδοχές έως είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες το χρόνο. Η ως άνω άδεια χορηγείται και στους αστυνομικούς των οποίων οι σύζυγοι ή τα τέκνα πάσχουν από νόσημα, το οποίο απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή χρήζουν περιοδικής νοσηλείας, ανά περίπτωση πάσχοντος. Τα νοσήματα που απαιτούν περιοδική νοσηλεία καθορίζονται στις διατάξεις της υπ' αριθ. Φ.400/39/5521 Σχ. 149 από 19.2.1998 απόφασης Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Υγείας και Πρόνοιας (Β'235), όπως εκάστοτε ισχύει.
Η εν λόγω άδεια χορηγείται από τους αρμόδιους κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 14. Κατ' εξαίρεση, για το προσωπικό που αναφέρεται στις περιπτώσεις η, ιε' και ιζ' του άρθρου 14, η εν λόγω άδεια χορηγείται από τους αρμόδιους για τη χορήγηση αδειών των περιπτώσεων ζ, ιδ' και ιστ' του ιδίου άρθρου, αντίστοιχα.
Άρθρο 25
1.Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 10Α του Π.δ. 27/1986, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του Π.δ. 70/2011 (Α'169), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ειδικά, η άδεια εννέα (9) μηνών με αποδοχές για ανατροφή παιδιού χορηγείται άπαξ και εξαντλείται μέχρι το παιδί να συμπληρώσει το έκτο (6ο) έτος της ηλικίας του».
2.Στο τέλος του άρθρου 10Α του Π.δ. 27/1986, προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Για τους γονείς μονογονεϊκών οικογενειών, τους γονείς μετά από διαζύγιο ή ακύρωση γάμου, οι οποίοι έχουν τη γονική μέριμνα του τέκνου, καθώς και στην περίπτωση που ο ένας εκ των δύο γονέων πάσχει από ψυχική, νοητική ή σωματική αναπηρία με ποσοστό 67% και άνω, η άδεια ανατροφής του τέκνου αυξάνεται κατά ένα (1) μήνα. Το ως άνω διάστημα αυξάνεται κατά δεκαπέντε (15) ημέρες για κάθε επιπλέον τέκνο».
Άρθρο 26
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων των Κεφαλαίων Α' και Β' αρχίζει από την 01.09.2016, ενώ η ισχύς των διατάξεων του Κεφαλαίου Γ' από τη δημοσίευση του παρόντος διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στον Υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
Αθήνα, 22 Ιουλίου 2016
Δημοσίευση σχολίουDefault CommentsFacebook Comments