Γυναικοκτονία, λέξη που ενοχλεί
Το 2019 άνοιξε με ένα φρικτό έγκλημα, τη δολοφονία της 29χρονης Αντζελίνας Πέτρου στην Κέρκυρα από τον πατέρα της, ο οποίος δεν ενέκρινε τον ερωτικό δεσμό της κόρης του. Το 2018 είχε κλείσει με ένα άλλο πολύκροτο έγκλημα, στο άλλο κοσμοπολίτικο νησί μας, στην άλλη άκρη του ελληνικού χώρου, τον βιασμό και φόνο της 21χρονης φοιτήτριας Ελένης Τοπαλούδη στη Ρόδο.
Και για τα δυο αυτά εγκλήματα, χρησιμοποιήθηκε από πολλούς ένας νεολογισμός. Ειπώθηκε πως αποτελούν περιπτώσεις γυναικοκτονίας. Αυτόν τον σχετικά νέο όρο τον συμπεριλάβαμε στην πρόσφατη ψηφοφορία του ιστολογίου για τη Λέξη του 2018, όπου πήρε τη 17η θέση ανάμεσα στους 49 όρους.
Ο νεολογισμός αυτός ενόχλησε πολύ ορισμένους. Βέβαια, δεν είναι ασυνήθιστο να ενοχλεί ένας καινούργιος όρος, ένας νεολογισμός, θα έλεγα μάλιστα πως οι περισσότεροι νεολογισμοί μάς ξενίζουν την πρώτη φορά που τους συναντάμε, ενώ αρκετές φορές δυσκολευόμαστε να τους συνηθίσουμε: κάποτε μάς φαίνεται πως ο νεολογισμός δεν αποδίδει καλά το ξένο (συνήθως αγγλικό) πρωτότυπο, αν υπάρχει, ή πως είναι κακοσχηματισμένος: θυμηθείτε, λογουχάρη, τις αντιδράσεις ορισμένων για τον όρο «διακύβευμα» ή του καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη για τον όρο «γενόσημα», αντιδράσεις μάταιες όσο και κωμικές.
Όμως στην περίπτωση της γυναικοκτονίας η ενόχληση δεν οφείλεται σε διαφορά γλωσσικών αντιλήψεων -με άλλα λόγια, το θέμα είναι πολιτικό και όχι γλωσσικό.
Όταν η Μαρία Γιαννακάκη, γενική γραμματέας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, χαρακτήρισε, και σωστά, γυναικοκτονία τη δολοφονία της Κέρκυρας, δέχτηκε πολλές ενοχλημένες αντιδράσεις, που εστιάζονταν στην εξής επιχειρηματολογία, που θεωρώ πως είναι σόφισμα: αν λες «γυναικοκτονία» την ανθρωποκτονία, αυτό σημαίνει πως δεν θεωρείς ανθρώπους τις γυναίκες, άρα επιστρέφεις στην εποχή του «έχω δυο παιδιά κι ένα κορίτσι» και απανθρωποποιείς τις γυναίκες (εδώ ένα παράδειγμα διανοητή με αυτό το σόφισμα)
Είναι, βέβαια, σόφισμα. Καταρχάς, δεν χαρακτηρίζεται «γυναικοκτονία» ο οποιοσδήποτε φόνος γυναίκας. Αν κάποιος αρχίζει να πυροβολεί στο πλήθος, και σκοτώσει και γυναίκες, δεν θα έχουμε γυναικοκτονία, το ίδιο και αν γίνει ένοπλη ληστεία με θύματα. Ούτε αν κάποιος σκοτώσει γυναίκα π.χ. για κτηματικές διαφορές θα χρησιμοποιηθεί αυτός ο όρος. Ο όρος «γυναικοκτονία» (femicide στα αγγλικά) δηλώνει τη δολοφονία γυναίκας επειδή είναι γυναίκα. Η δολοφονία της Κέρκυρας είναι χαρακτηριστική περίπτωση γυναικοκτονίας, παρόλο που έχει και άλλα χαρακτηριστικά, ρατσιστικά ας πούμε. Ο πατέρας-αφέντης θεωρεί κτήμα του την κόρη του και δικαίωμά του να αποφασίζει με ποιον θα σχετίζεται και με ποιον δεν θα σχετίζεται.
Ο σεξιστικός χαρακτήρας του εγκλήματος φαίνεται και από το ότι ενώ είναι αρκετά συνηθισμένο να βιαιοπραγεί ο πατέρας κατά της κόρης επειδή δεν εγκρίνει τον δεσμό της, είναι πολύ πιο σπάνιο να βιαιοπραγήσει ο πατέρας στον γιο για ανάλογη αιτία -και βέβαια είναι αδιανόητο να δολοφονήσει μητέρα τον γιο της επειδή δεν εγκρίνει την ερωτική του σύντροφο.
Έπειτα, το ότι χαρακτηρίζουμε «γυναικοκτονία» ορισμένους φόνους γυναικών δεν σημαίνει ότι δεν τις χαρακτηρίζουμε και ανθρωποκτονίες. Οι γυναικοκτονίες είναι υποσύνολο των ανθρωποκτονιών, όπως και τα ρατσιστικά ή τα ομοφοβικά εγκλήματα είναι υποσύνολο των εγκλημάτων. Άλλωστε, υπάρχουν, και από τα πολύ παλιά χρόνια, και άλλοι όροι που χαρακτηρίζουν ειδικές περιπτώσεις ανθρωποκτονίας -έχουμε την πατροκτονία και τη μητροκτονία. Αν ακολουθήσουμε τη λογική του σοφίσματος πιο πάνω, θα πρέπει να πούμε πως με το να λέμε «πατροκτονία» και όχι «ανθρωποκτονία» απανθρωποποιούμε τον πατέρα, πράγμα ολοφάνερα παράλογο.
Απλώς, είπαμε «πατροκτονία» για να αναδείξουμε ένα έγκλημα με ιδιαίτερη ηθική απαξία. Παρομοίως, λέμε «γυναικοκτονία» για να αυξήσουμε την επίγνωση για το πρόβλημα, να το αναδείξουμε, να πάψει να κρύβεται πίσω από τον ευφημιστικό μανδύα του «εγκλήματος πάθους» ή του «εγκλήματος τιμής».
(Επί δεκαετίες, φρικτές γυναικοκτονίες, φόνοι νεαρών γυναικών από τον πατέρα, τους αδερφούς ή άλλους αρσενικούς συγγενείς, ξεπλένονταν ως «εγκλήματα τιμής», ένας ευφημισμός που οδηγούσε όχι σπάνια στην αθώωση του φονιά ή στην καταδίκη του σε πολύ ελαφρές ποινές. Βλέπετε και πάλι πως η ορολογία δεν είναι αθώα).
Ο
νεολογισμός λοιπόν «γυναικοκτονία» ενοχλεί όπως ενοχλεί άλλους ο
χαρακτηρισμός «ρατσιστικό έγκλημα» ή όπως μεγάλο τηλεοπτικό κανάλι είχε
βάλει τίτλο «Τσακώθηκαν για το ποδόσφαιρο» στην είδηση της δολοφονίας
του Παύλου Φύσσα από τους χρυσαβγίτες. Και ανάλογα σοφίσματα έχουμε δει
και από τους ρατσιστές της Αμερικής, οι οποίοι στο σύνθημα Black lives
matter (Οι ζωές των Μαύρων έχουν σημασία) των Μαύρων που διαμαρτύρονται
για τις ρατσιστικές δολοφονίες από την αστυνομία, αντιπαραθέτουν το All
lives matter και κατηγορούν τους Μαύρους για… ρατσισμό επειδή προβάλλουν
τα δικά τους μόνο θύματα.
Εδώ όμως λεξιλογούμε, οπότε πρεπει να πούμε δυο λόγια και για την ιστορία του όρου. Όπως είπα και πιο πριν, στα ελληνικά έχουμε μεταφραστικό δάνειο που αποδίδει τον αγγλικό (και διεθνή) όρο femicide (και feminicide). Αν και η λέξη μαρτυρείται από προηγούμενους αιώνες, ο αγγλικός όρος με την ειδική σημασία που είπαμε πιο πάνω εμφανίστηκε πρώτη φορά στο έργο της Diana Russell στη δεκαετία του 1970 αλλά καθιερώθηκε διεθνώς με το βιβλίο «Femicide: The politics of woman killing» της Jill Radford και της Diana Russell.
Ο όρος femicide έγινε διεθνής. Έχει υιοθετηθεί και χρησιμοποιείται από τον ΟΗΕ, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, την ΕΕ. Σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως στη Γουατεμάλα από το 2008, η γυναικοκτονία (femicidio στα ισπανικά) έχει αναγνωριστεί στον Ποινικό Κώδικα. Αυτή η διεθνής αποδοχή κάνει ακόμα πιο κωμικές τις προσπάθειες άρνησης του όρου ή της ανάγκης για όρο -ο όρος υπάρχει και ειναι διεθνής, το μόνο ερώτημα είναι μήπως θα έπρεπε να τον λέγαμε «θηλεοκτονία» αντί για «γυναικοκτονία». ‘Ισως θα ήταν καλύτερο, αλλά πιστεύω πως τώρα έχει ακουστεί αρκετά η «γυναικοκτονία» οπότε η αλλαγή της ορολογίας θα προκαλούσε σύγχυση χωρίς το όφελος να είναι πολύ μεγάλο.
Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, πολλοί από εκείνους που αρνούνται την ανάγκη για ιδιαίτερο όρο «γυναικτοκτονία» το κάνουν επειδή δεν θέλουν να αναγνωρίσουν ότι υπάρχει άυτό που ο όρος περιγράφει: ο φόνος μιας γυναίκας επειδή είναι γυναίκα. Όπως είπαμε, το ζήτημα δεν είναι γλωσσικό ή νομικό αλλά κυρίως πολιτικό. Και όσοι αντλούν προνόμια από την πατριαρχία, λογικό είναι να αντιδρούν.
Με το να καθιερωθεί και να χρησιμοποιείται ευρύτερα ο όρος «γυναικοκτονία» δεν θα πάψει η βία κατά των γυναικών, ούτε θα ανατραπεί η πατριαρχική δομή της κοινωνίας. Θα έχει γίνει όμως ένα πρώτο βήμα, σε επίπεδο ευαισθητοποίησης -κι αυτό το πρώτο βημα δεν είναι ασήμαντο.
Θα κλείσω παραθέτοντας δυο κείμενα άλλων, που φωτίζουν διαστάσεις του θέματος. Και πρώτα, μια μαρτυρία που διάβασα στο Φέισμπουκ (από Hlektra Artland):
Η πρώτη νεκρή από γυναικοκτονία που γνώρισα ήταν η Ανθή. Ήμουν 8. Η Ανθή ζούσε σε κοντινό χωριό στο Βόλο και ήταν γειτόνισσα της αδερφής της γιαγιάς μου, η οποία επίσης κακοποιούνταν χρόνια από τον σύζυγο. Η Ανθή ερχόταν για καφέ με μελανιές. Η αδερφή της γιαγιάς μου, η κόρη της – που επίσης ερχόταν με μελανιές από τον σύζυγο – με τα ξαδέρφια μου – που είχαν σημάδια από τη ζώνη του πατέρα, η γιαγιά μου που είχε άνοια και πια είχε ξεχάσει την δική της κακοποίηση, η μάνα μου, συζητούσαν με την Ανθή για συνταγές, δουλειές καθαριότητας, σχολίαζαν άλλες γυναίκες. Θυμάμαι το τελευταίο απόγευμα που είδα την Ανθή, σχολίαζαν μια γυναίκα από το χωριό που παράτησε την οικογένειά της κι έφυγε γιατί δεν άντεξε το ξύλο. Όταν έφυγε η Ανθή, οι υπόλοιπες γυναίκες σχολίαζαν πως δεν είναι προκομμένη και εκνευρίζει τον άντρα της. Το επόμενο απόγευμα ο σύζυγος την κοπάνησε σε ένα κομοδίνο και η Ανθή έπεσε νεκρή. Αυτό το είδαν τόσο η αδερφή της γιαγιάς μου, όσο και άλλοι κάτοικοι του χωριού περαστικοί. Είπαν πως έπαθε ανακοπή. Πως την βρήκε νεκρή στο πάτωμα. Στην κηδεία του λέγανε συλλυπητήρια. Σε εμένα υπέδειξαν να μην εκνευρίζω τους άντρες. Είχαν μακιγιάρει τις μελανιές στο πτώμα. Οι γυναίκες του χωριού προσφέρθηκαν να του πλένουν, να του μαγειρεύουν, του γυναικοκτόνου. Η Ανθή δεν πήγε στους μπάτσους. Δεν την είχε καταδικάσει σε θάνατο μόνο ο άντρας που παντρεύτηκε, αλλά κι ένα ολόκληρο χωριό. Η Ανθή δολοφονήθηκε μόνη στα 30 από την πατριαρχία το 1996.
Κι έπειτα, ένα κείμενο από τον ιστότοπο Νόστιμον Ήμαρ:
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου δεν γελάνε πάντα
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου ζουν, και κυρίως πεθαίνουν, κάπως διαφορετικά από ό,τι θα έπρεπε. Τα κορίτσια στον πλανήτη μου, τα λένε Ελένη κι Αγγελική. Καν τα ονόματά τους δε διαλέγουν. Μεγαλώνουν και τα φέρουν ως υπενθύμιση κάποιας Ελένης και κάποιας Αγγελικής που πέρασαν νωρίτερα και σίγουρα, λιγότερο ή περισσότερο, έζησαν με φόβους και λόγους όμοιους που κι εκείνες δεν τις άφηναν να γελάνε πάντα.
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου τα βιάζουν για τον τρόπο που ντύνονται, για το μάκρος της φούστας τους, γιατί πίνουν μόνες ποτό σε ένα μπαρ, γιατί αφήνουν ένα σεξουαλικό υπονοούμενο σε μια κουβέντα. Είναι τα τσουλάκια των πάρτυ, οι πουτάνες της παρέας, οι ντροπές της οικογένειας. Έχουν «ναι» ξεκάθαρα και «όχι» ανύπαρκτα. Κι αν κάποια στιγμή αρθρώσουν μερικά «όχι» δεν είναι άλλο από «ναι» σε αναμονή, από «ναι» που δε βρήκαν τον κατάλληλο άντρα ή την κατάλληλη στιγμή να ειπωθούν. Κι όταν λέγονται όμως, ακόμη κι αν είναι δυνατά, κρυστάλλινα «όχι» χρησιμοποιούνται καταπώς κρίνονται απ’ τις περιστάσεις κι εν τέλει αγνοούνται καταπώς τους πρέπει.
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου δολοφονούνται γιατί κανείς δεν ασχολείται με τις καταγγελίες τους για βιασμό. Δολοφονούνται γιατί εκβιάζονται με βίντεο του βιασμού τους που ολόκληρη μια κοινωνία, πονηρά κλείνοντας το μάτι, τα αποκαλεί «ροζ». Δολοφονούνται σε ραντεβού που παν με τη θέλησή τους γιατί νομίζουν είναι με φίλους κι όταν στην πρώτη άρνησή τους ζητήσουν να φύγουν, συνειδητοποιούν πως φίλους μια γυναίκα σε αυτές τις κοινωνίες δύσκολα μπορεί να έχει. Δολοφονούνται αφού βιαστούν, αφού χτυπηθούν, αφού δεθούν, αφού εγκαταλειφτούν, αφού τις πνίξουν. Τα κορίτσια στον πλανήτη μου έχουν δύσκολη ζωή και φριχτούς θανάτους.
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου έχουν ένα κοινό με τα χωράφια: οι πατεράδες τους μπορούν να τα αποκαλούν «κτήματά τους». Τους ανήκουν δικαιωματικά. Είναι οι κόρες, τα αγγελούδια, οι κοράκλες τους όσο περπατάν στις πλάκες που έστρωσαν μπροστά τους για να περπατήσουν. Όσο δε λοξοδρομούν. Αν το κάνουν τότε το χέρι σηκώνεται κι η βία είναι το επακόλουθο του αφύσικα –εκ μέρους τους- πράττειν, ενεργείν. Είναι η σκυτάλη στο χαστούκι απ’ το χαστούκι στη μάνα, η σκυτάλη στην καταπίεση απ’ την καταπίεση στην αδερφή, η σκυτάλη στο βιασμό απ’ το βιασμό στην υπάλληλο.
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου οι πατεράδες τους τα σκοτώνουν γιατί παντρεύονται χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Το 2019. Γιατί κάνουν σχέσεις με αλλοδαπούς, με αλλοεθνείς, με μετανάστες, με πρόσφυγες. Τα προειδοποιούν, τους απαγορεύουν τον έρωτα κι όταν σηκώνουν ανάστημα και υποστηρίζουν την επιλογή τους, τα απειλούν. Και στην πρώτη ευκαιρία, στην πρώτη επόμενη φορά, στο πρώτο ξαναντάμωμα τα σκοτώνουν και τα θάβουν στην αυλή του σπιτιού. Ακόμη και μετά θάνατον να τα έχουν δίπλα τους, κτήμα τους μέσα στο κτήμα τους.
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου τα βιάζουν στην Ινδία, τα πουλάνε σκλάβες του σεξ στο Ιράκ, τα απαγάγουν μαζικά στη Νιγηρία, τα αποκεφαλίζουν στη Σαουδική Αραβία, τους ρίχνουν οξύ στο Αφγανιστάν, τα βασανίζουν στη Λιβύη, τα πνίγουν στη Μεσόγειο, τα αρνούνται στην Κίνα, τους κάνουν κλειτοριδεκτομή στη Σομαλία, τα εκτελούν στο Πακιστάν, τα χωρίζουν απ’ τα παιδιά του στις ΗΠΑ, τα παρενοχλούν στην Ευρώπη, τα χτυπάν, τα βιάζουν, τα βιάζουν, τα βιάζουν… παντού.
Τα κορίτσια στον πλανήτη μου δεν είναι ποτέ και πουθενά ασφαλή. Όταν γελάν ομορφαίνουν τον κόσμο. Τα κορίτσια στον πλανήτη μου, όμως, δε γελάνε πάντα
Δημοσίευση σχολίουDefault CommentsFacebook Comments